Με αφορμή την αιματηρή προβοκάτσια του παρακράτους τον Νοέμβριο του 1964, κατά τον εορτασμό για την επέτειο ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου, ο Θανάσης Σκρουμπέλος στήνει μια τολμηρή τοιχογραφία των σίξτις, με φόντο το μαγαζί «Χαβάη» στο Μεταξουργείο: κέντρο τραβεστί, τόπο συνάντησης πρώην χιτών, αρχηγείο παρακρατικών συνωμοσιών, σήμα κατατεθέν μιας γειτονιάς, μικρογραφίας της Ελλάδας, χωρισμένης αυστηρά στα όρια μιας εξουσίας που καθόριζαν οι διεκδικήσεις των άτεγκτων αντιπάλων, Λαμπράκηδων και παρακράτους.
Με σπαρταριστούς χαρακτήρες, όπως τον γοητευτικό πρωταγωνιστή Τρίλια ή Γαζούρη ή Γόη ή Άλογο, τον κυρ-Χρήστο, πανίσχυρο αφεντικό της «Χαβάης», τον μυστήριο, θεληματικό Μπόη, τον Μαλατσία, την Αριστέα, τη Νένα, πλήθος δευτερεύοντες χαρακτήρες και πυκνή πλοκή που κόβει την ανάσα, το μυθιστόρημα ξετυλίγει με τέχνη μικρά, άγνωστα περιστατικά της εποχής και τις υπόγειες διαδρομές που τα συνδέουν με τα γνωστά πολιτικά γεγονότα.
Τα Mπλε καστόρινα παπούτσια είναι ένα παθιασμένο μυθιστόρημα για τα πάθη της Αριστεράς, για τα πάθη της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Μια συγκλονιστική ιστορία που πραγματεύεται την Ιστορία με τα υλικά ερωτικής τραγωδίας.
Μια εξαιρετική κριτική στην Ελευθεροτυπία
Γραμμένο με χιούμορ και σε χαμηλούς τόνους, με καλά επεξεργασμένους χαρακτήρες (ξεχωρίζουν ο κυρ-Χρήστος, ο Μπόης, ο Γαζούρης και η Αριστέα), καθώς και με σοβαρή μέριμνα για την εικονογράφηση των σκληρών αδιεξόδων των ηρώων του, που συντρίβονται λιγότερο από τις διαφορές των πολιτικών τους παρατάξεων και περισσότερο από την ασφυξία της καθημερινότητάς τους, το βιβλίο του Σκρουμπέλου αποτελεί μια πολύ προσεκτική σπουδή του κοινωνικού περιθωρίου της δεκαετίας του 1960 (στο ίδιο θέμα, αλλά με εμφανώς λιγότερες δυνάμεις προσήλθε το 2006 ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης με το μυθιστόρημά του Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου), η οποία βγαίνει στο προσκήνιο χωρίς δογματισμούς και ιδεολογικοποιήσεις, σαν ένας ολοζώντανος και απολύτως χειροπιαστός μέσα στις ακραίες αντιφάσεις και αντιθέσεις του κόσμος.
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 16.03.08
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο της κριτικής του Β. Χατζηβασιλείου εδώ
Μια σύντομη παρουσίαση στο Πρώτο Θέμα
Μετά το εξαιρετικό Bella Ciao και μια αγκαλιά βιβλίων και ταινιών ο Θανάσης Σκρουμπέλος επιστρέφει με ένα γοητευτικό μυθιστόρημα που θα μπορούσε να είναι κάλλιστα πραγματικό. Κι αυτό γιατί τα γεγονότα που περιβάλλουν τους χαρακτήρες είναι απόλυτα αληθινά, συνταρακτικά και αφορούν σε ολόκληρη την Ελλάδα των 60s· την Ελλάδα που ακόμη δεν έχει συνέλθει από τον πόλεμο και που ζει ανάμεσα σε χίτες, στους πρώτους τραβεστί και στους εξεγερμένους Λαμπράκηδες. Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι – με όλη τη σημασία της λέξης.
Τίνα Μανδηλαρά, Πρώτο Θέμα, 16.12.07
Μια συνέντευξη στο περιοδικό Διαβάζω
Έγραψε ένα από τα πιο συναρπαστικά ερωτικά μα και συνάμα πολιτικά μυθιστορήματα των τελευταίων ετών. Μια ελεγεία στη σύντομη ελληνική άνοιξη του 1964. Έντονα διονυσιακά στοιχεία χαρακτηρίζουν τους ήρωές του. Η πλοκή διαδραματίζεται σε μια γειτονιά της Αθήνας, όπου οι ήρωες κουβαλούν μέσα τους μνήμες, οι οποίες ρυθμίζουν το παρόν και το μέλλον της ζωής τους. Ο ίδιος ο Θανάσης Σκρουμπέλος, συγγραφέας που δεν χρειάζεται άλλες συστάσεις στον έλληνα αναγνώστη, επιμένει στην εξέγερση με πείσμα έφηβου. Παράλληλα όμως, με νηφαλιότητα, αποτιμά την εποχή που περιγράφει, παραδίδοντας μαθήματα όχι μόνο υψηλής λογοτεχνίας αλλά και ιστορίας, σε μια εποχή όπου ο «αναθεωρητισμός» πολλών ιστορικών επιχειρεί να «αθωώσει και να απενοχοποιήσει» εκείνους που έσυραν ένα λαό στη τυραννία. Παιδί μιας ταραγμένης αλλά και συγκλονιστικής εποχής, ο Θανάσης Σκρουμπέλος αφηγείται μια απλή ιστορία στο Μπλε καστόρινα παπούτσια που θα μπορούσε να είναι και το έπος μιας γενιάς.
...και άλλη μια σύντομη παρουσίαση στο γνωστό μπλογκ diavazo
Μπλε καστόρινα παπούτσια, Θανάσης Σκρουμπέλος (εκδόσεις Τόπος). Ο συγγραφέας γνωστός, ο εκδοτικός οίκος καινούργιος. Βιβλίο ατμοσφαιρικό με καλό γράψιμο και ύφος που κερδίζει τον αναγνώστη από την πρώτη αράδα. Μια από τις καλύτερες λογοτεχνικές αποτυπώσεις των ’’βρώμικων χρόνων’’ και των γεγονότων (κόκκινη προβιά, προβοκάτσια στον Γοργοπόταμο) που άνοιξαν την πόρτα στη δικτατορία με soundtrack το ροκ του Πρίσλεϊ. Αν δεν είχε προηγηθεί το βιβλίο του Σκαμπαρδώνη θα ήταν η καλύτερη ίσως ’’εικονογράφηση’’ του λούμπεν παρακράτους. Παρότι ο Σκρουμπέλος τείνει να γίνει ’’μονοθεματικός’’ είναι ένα θέμα που το χειρίζεται και το παρουσιάζει άψογα.
Mια παρουσίαση στο Metropolis
Στο μυθιστόρημά του, «Μπλε Καστόρινα Παπούτσια», ο Θανάσης Σκρουμπέλος στήνει μια Αθήνα της δεκαετίας του ’60, αλλά δίχως την εξιδανίκευση άλλων βιβλίων για εκείνη την περίοδο, μια Αθήνα βιωματικά ρεαλιστική. Κέντρο αναφοράς του βιβλίου το μαγαζί «Χαβάη», ένα κέντρο τραβεστί κάτω από το θέατρο Περοκέ, τόπος συνάντησης πρώην χιτών και αρχηγείο παρακρατικών συνωμοσιών. Γύρω του το Μεταξουργείο, με τις ελπίδες και τις προσμονές της δεκαετίας του ’60. Οι οίκοι ανοχής της οδού Ακομινάτου, οι πλύστρες και τα κοφίνια με τα άπλυτα, οι τσάτσοι και το Ντετόλ. Το θρυλικό Ενατο Γυμνάσιο στην πλατεία Κουμουνδούρου και ο διονυσιακός Γαζούρης με το υπερμέγεθες πέος. Περιφέρεται ανάμεσα σε Αθηναίους περίεργους, τη Σαλώμη, τη Βουγιούκλω, τη Θέμιδα και τη Βασίλω, όλες τους σερνικές ιέρειες του θεού φαλλού. Η «Χαβάη» ήταν τότε το μοναδικό στο είδος του σε όλα τα Βαλκάνια, συνδυασμός ταβέρνας και φολί μπερζέρ. Οι πληγές της Κατοχής δεν έχουν επουλωθεί ακόμα στην Αθήνα του ’64: ο κυρ-Χρήστος, πρώην χίτης, τώρα κάνει κουμάντο σε Κολωνό, Βύθουλα, Αϊ-Γιώργη, Βοτανικό, Μεταξουργείο. Νταήδες και παρακρατικοί, κορίτσια και λούγκρες, Λαμπράκηδες και ανεξάρτητοι Αθηναίοι πλέκονται σε ένα μυθιστόρημα βαθιά πολιτικό. Οι ρούγες της Ακαδημίας Πλάτωνος, οι μπαξέδες της Κολοκυνθούς, μια Αθήνα, που οι μεν θέλουν Μόσχα να την κάνουν, οι δε Αμερική. «Μπλε Καστόρινα Παπούτσια» τραγουδάει ο Ελβις Πρίσλεϊ σε κάποιο σαρανταπενταράκι, προκηρύξεις μοιράζονται στα φροντιστήρια στο Πολυτεχνείο και στην Πατησίων μέχρι την Ιουλιανού. Τους μαθητές τούς σταματάνε στη Σόλωνος ασφαλίτες. Και όμως, εκείνοι διατηρούν ελπίδες. «Θα αλλάξει κάτι στην Ελλάδα με την εκλογή της Ενωσης Κέντρου», πιστεύουν. Η προβοκάτσια του παρακράτους το Νοέμβριο του 1964 βάφει τις προσδοκίες των μαθητών με αίμα. Το βιβλίο γίνεται θρίλερ πολιτικό, μα και βαθιά ερωτικό. Σαν να διαβάζεις το «Ζ» με περισσότερο ερωτισμό. Και όλα δένουν τόσο καλά, έρως και πολιτική, γιατί είναι αληθινά και όχι πλαστά.
Ηλίας Κολοκούρης, Metropolis, 12/11/2010
Παρουσίαση στο Kulturosupa.gr από την Μ. Χαντζή
(...) Ο πόλεμος της αριστεράς με τη δεξιά εξελίσσεται μέσα στο βιβλίο κλιμακωτά για να φτάσει στην κορύφωση του δράματος, με τη σφαγή αθώων στην επέτειο ανατίναξης της γέφυρας στο Γοργοπόταμο. Ένας κόσμος διχασμένος, κομμένος στα δύο, που ζει με τα φαντάσματα του παρελθόντος. Διώξεις, χίτες, δωσίλογοι, συνωμοσίες, αμερικανοκρατία, μυστικά, μίση, δολοφονίες είναι ο τραγικός απολογισμός εκείνης της εποχής. Άνθρωποι που προσπαθούν να ορθοποδήσουν σε μια Ελλάδα που γκρεμίζεται. Το περιθώριο της εποχής, αριστεροί και ομοφυλόφιλοι, προσπαθεί να κρατηθεί από μια ελπίδα, που όλο έρχεται.
Μια ιστορία ενηλικίωσης στα πέτρινα χρόνια της Ελλάδας, στις αρχές της δεκαετίας του 60. Λίγο πριν το πραξικόπημα της 21ης Απρίλη. Στα ταραγμένα αυτά χρόνια που οι κομμουνιστές ήταν το «κακό».
Συμπερασματικά μιλάμε για ένα εξαιρετικό βιβλίο, που διαβάζεται απνευστί. Ίσως γιατί τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει και πολύ από τότε.
Διαβάστε όλη την παρουσίαση εδώ Γράφει η Μαντώ Χαντζή, kulturosupa.gr (22.04.16)
Περισσότερα για το βιβλίο και τον συγγραφέα θα δείτε στον Οδηγό Ανάγνωσης όπου μπορείτε να διαβάσετε μια εκ βαθέων συνέντευξη του Θανάση Σκρουμπέλου στη Lifo καθώς και την εξαιρετική κριτική από τον Βαγγέλη Χατζηβασιλείου στην Ελευθεροτυπία, την πλήρη συνέντευξη στον Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδηγια το περιοδικό Διαβάζω και μια εύστοχη κριτική από τον Χρίστο Παπαγεωργίου στην Αυγή, όπου αναδεικνύεται η λογοτεχνική αξία του μυθιστορήματος. Στον Οδηγό θα μπορέσετε επίσης να απολαύσετε το πρώτο κεφάλαιο αυτού του συγκλονιστικού βιβλίου.
Δείτε εδώ ένα βίντεο με σχετικά ντοκουμέντα εποχής και τον ίδιο τον συγγραφέα να παρουσιάζει το βιβλίο του.