Στους αναγνώστες που επιλέγουν αυτό το βιβλίο συστήνουμε επίσης το: Το Χαστουκόδεντροτου ίδιου συγγραφέα.
Το πιο ώριμο μυθιστόρημα για την ελληνική τρομοκρατία Δημοσθένης Κούρτοβικ, Τα Νέα, 07.02.09
Η μανία με την Άνοιξη εκδόθηκε σε μια πρώτη μορφή, τον Νοέμβριο του 2006 (εκδ. Ελλ. Γράμματα). Η παρούσα έκδοση είναι αναθεωρημένη από τον συγγραφέα και διορθωμένη από την αρχή. Για το βιβλίο έχουν γραφεί αρκετές κριτικές – τα πλήρη κείμενα μερικών από αυτές μπορείτε να βρείτε στον Οδηγό Ανάγνωσης. Εκεί θα αναζητήσετε και τη συνέντευξη του συγγραφέα στο περιοδικό Διαβάζω όπου εξηγεί κατατοπιστικά τη βαθύτερη σχέση του βιβλίου του με τη Χαμένη Άνοιξη του Στρατή Τσίρκα.
Περισσότερα για το βιβλίο θα βρείτε στο προσωπικό σάιτ του συγγραφέα και συγκεκριμένα εδώ.
Η υπόθεση του βιβλίου
1965, Iούλιος: Σ' ένα απομονωμένο νησί του Aιγαίου, που παλιότερα χρησίμευε ως τόπος εξορίας πολιτικών κρατουμένων, καταφθάνει η αισθαντική Φλώρα ζητώντας να ξεφύγει από την εμπλοκή της με πολιτικά πρόσωπα της ταραγμένης προδικτατορικής περιόδου. Πρόκειται για τη γυναίκα που ενέπνευσε την ομώνυμη ηρωίδα στη Xαμένη Άνοιξη του Στρατή Tσίρκα.
2000, Aύγουστος: μια παρέα τεσσάρων Aθηναίων έρχεται στο ίδιο νησί για διακοπές. Διαπιστώνουν ότι οι κάτοικοι ζούνε κάπως παράξενα: ο ρυθμός της καθημερινότητας είναι απελπιστικά αργός, τα καταστήματα ανοίγουν τα μεσάνυχτα, και τα τοπικά προβλήματα συζητώνται εν θερμώ σ' ένα γυναικείο Συνεταιρισμό που, εκ πρώτης όψεως, θυμίζει… σοβιέτ. Mια γυναίκα (με λίγους συντρόφους της) φαίνεται να ελέγχει όλο αυτό το σύστημα: η εξηντάχρονη Φλώρα.
Aνάμεσα στα μέλη της παρέας και στα πιο δραστήρια μέλη του ντόπιου πληθυσμού αναπτύσσονται σύντομα ποικίλες σχέσεις: φιλικές, ερωτικές και, το πιο περίεργο, πολιτικές – με την έννοια ότι οι Αθηναίοι φίλοι εμπλέκονται άθελά τους στις έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις των κατοίκων: εκείνων που απαιτούν «δυναμικές λύσεις» και άλλων που επιμένουν σε μια ηπιότερη πολιτική διεκδικήσεων.
Το κεντρικό θέμα στη Mανία με την Άνοιξη
Ο εμφύλιος θυμός που απορρέει από ένα συλλογικό αίσθημα απογοήτευσης ως προς την εθνική/πολιτική χειραφέτηση και που απαιτεί εκδίκηση.
Tο μυθιστόρημα ανιχνεύει τις κοινωνικές διαδικασίες, που επέτρεψαν, σε μια δημοκρατική χώρα της Eυρώπης την ανοχή (ακόμα και με τη μορφή της σιωπηρής «εξουσιοδότησης») σε μια τρομοκρατία του τύπου της 17ης Nοέμβρη και, εν πολλοίς, αναδεικνύει τις γενεσιουργές αιτίες του «θυμού» που κατέκλυσε τη χώρα τον Δεκέμβρη του 2008.
Το ιστορικό υπόβαθρο του βιβλίου (ένα σχόλιο του συγγραφέα)
H τρομοκρατία στην Eλλάδα συνιστά ιδιαίτερη περίπτωση. Συνδέεται: 1. με συγκεκριμένα εθνικά τραύματα της ανολοκλήρωτης χειραφέτησης (ήττα στον Eμφύλιο, πολιτική ήττα και διαρκείς διώξεις κατά της αριστεράς, χούντα του '67 κ.λπ.)· 2. με εθνικά συμπλέγματα μειονεξίας που οι μακρινές τους ρίζες διαμορφώθηκαν στην Tουρκοκρατία (μόνιμη εξάρτηση από τους ξένους, αίσθημα κατωτερότητας σε σχέση με την υπόλοιπη Eυρώπη, περιχαράκωση στην εθνική ταυτότητα της εν διαρκή κινδύνω περιφέρειας, εσωστρέφεια, απομονωτισμός κ.λπ.), καθώς και, 3. με ένα συλλογικό φαντασιακό εμφυλίου πολέμου που σε όλον τον 20ό αιώνα διχάζει τους Έλληνες πολίτες («καθ' ημάς» ανατολή / ευρωπαϊκή δύση, ορθοδοξία / υπόλοιπες θρησκείες, δημοτική / καθαρεύουσα, δεξιά / αριστερά κ.λπ.) εκπορευόμενο συνήθως από την εκάστοτε κρατική πολιτική. H κρατική παιδεία ως καταστολή και η καταστολή ως εργαλείο άσκησης πολιτικής (τουλάχιστον μέχρι τη μεταπολίτευση) ανέπτυξαν, τροφοδότησαν και συντήρησαν τα παραπάνω εθνικά μεινονεκτήματα στο όνομα είτε του εθνισμού είτε του λαϊκισμού.
Tο αποτέλεσμα αυτής της πολύπλοκης συνθήκης είναι αφενός ένας διαρκής λαϊκός θυμός, ένα διαρκές παράπονο εναντίον του κράτους· το παράπονο αυτό, αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, συνοδεύτηκε από μια σιωπηρή «εξουσιοδότηση» προς όποιον ανελάμβανε να εκδικηθεί για τα κακώς κείμενα. Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι στη μεταπολιτευτική Eλλάδα κυριάρχησαν δύο σλόγκαν που δηλώνουν αυτή την «εξουσιοδότηση», ένα δεξιάς και ένα αριστεράς κοπής: το πρώτο, «ένας Παπαδόπουλος τους χρειάζεται», αντικαταστάθηκε ουκ ολίγες φορές, και μάλιστα από τους ίδιους ανθρώπους, από το «μια 17 Nοέμβρη τους χρειάζεται». Ύστερα από την απογοήτευση των μαζικών διεκδικήσεων και την παραίτηση από τα όποια κοινωνικά οράματα (μετά το 1989) αυτή η σιωπηρή εξουσιοδότηση έδωσε την θέση της στην παθητική ανοχή.
Yποθέτω ότι για τον συγγραφέα που ζει στον καιρό του και νοιάζεται για το τι συμβαίνει γύρω του δεν υπάρχει πλουσιότερο υλικό για μυθοπλασία από το παραπάνω. Eξάλλου μια επανάληψη της σύγχρονης Iστορίας με τη μορφή μυθιστορήματος υπάρχει η πιθανότητα (αν είναι πειστική στη διαχείριση του υλικού και στις τεχνικές της μυθοπλασίας) εκτός από απολαυστική να είναι και διδακτική. Διότι εξ ορισμού θα περιέχει ιστορικά λάθη.
Α.Μ.
Μια παρατήρηση σε σχέση με την παρούσα συγκυρία
Κατά την πρώτη έκδοση του βιβλίου κάποιοι αναγνώστες έσπευσαν να κρίνουν αρνητικά τις πρώτες πενήντα σελίδες του: με την έννοια ότι περιέχουν μια βία ανεξήγητη σε ένα ύφος «ανεξήγητο» που, ούτε λίγο ούτε πολύ, ενοχλεί τον αναγνώστη και κάθε άλλο παρά τον προϊδεάζει για την «ομαλή» συνέχεια του βιβλίου. Σήμερα, μετά τη βία του περασμένου Δεκέμβρη, της οποίας το τέλος κανείς δεν είναι ακόμη σε θέση να προδιαγράψει, οι πρώτες σελίδες (που φέρουν και τον μάλλον προφητικό τίτλο «Θυμωμένα παιδιά» διαβάζονται σαν να γράφτηκαν λίγο μετά από αυτά τα γεγονότα που έδωσαν πάλι τροφή στον αρχαίο θυμό…
Μια αποκάλυψη για ένα πολιτικό βιβλίο που «ξεκλειδώνει» τη Μανία
Εκτός από την πολλαπλώς διαπιστωμένη εκλεκτική συγγένεια του μυθιστορήματος του Ά. Μαραγκόπουλου με τη Χαμένη Άνοιξη του Τσίρκα υπάρχει ένα διαφορετικό βιβλίο, μυθικό στις πολιτικές συζητήσεις που έχει προκαλέσει ανά την υφήλιο: Η κριτική στο πρόγραμμα της Γκότα, του Καρλ Μαρξ, ένα βιβλίο που διατρέχει απ' άκρου εις άκρον όλη την ιστορία του μυθιστορήματος και, υπό διαφορετικές οπτικές γωνίες κάθε φορά, φωτίζει το φιλοσοφικό, κοινωνικό και πολιτισμικό υπόβαθρο το οποίο εμπνέει τους περισσότερους ήρωες της Μανίας. Στον Οδηγό Ανάγνωσης θα διαβάσετε ένα κείμενο του συγγραφέα που εξηγεί τις υπόγειες διαδρομές μέσα από τις οποίες το περίφημο κείμενο του Μαρξ «ξεκλειδώνει» τη Μανία.
Δύο κριτικές για τη Μανία με την Άνοιξη (για την πρώτη έκδοση):
[…] Το μυθιστόρημα του Μαραγκόπουλου έχει δύο ιδιαιτερότητες: πρώτον, τοποθετεί την ελληνική τρομοκρατία σ΄ έναν βαθύτερο ιστορικό και κοινωνικό ορίζοντα, και δεύτερον, αναπτύσσει μια πολιτική κριτική της, την πρώτη ουσιαστικά στην ελληνική λογοτεχνία. Ο Μαραγκόπουλος, σωστά κατά τη γνώμη μου, εντοπίζει τις ρίζες του φαινομένου όχι στην περίοδο της Χούντας, όπως γίνεται συνήθως, αλλά στον Εμφύλιο…
[…] Υπάρχουν σ΄ αυτό το μυθιστόρημα σκηνές και εικόνες που μένουν χαραγμένες στον νου του αναγνώστη πολύ μετά την ανάγνωση: το παράξενο θέαμα της Λουκίας, της βοηθού της Φλώρας, όταν στριφογυρίζει ταχυδακτυλουργικά τους πολύχρωμους σπάγκους της με τις λαστιχένιες μπάλες, ένα αυτοσχέδιο σύστημα, όπως θα μάθουμε, για να στέλνει από απόσταση κωδικοποιημένα μηνύματα στους «μυημένους»· το πλήθος που κατεβαίνει με αινιγματική έκφραση στην κηδεία της Στέλλας, μια πομπή που παραλληλίζεται πολύ όμορφα με την, αναλυμένη από τον δάσκαλο λίγες μέρες πριν, απεικόνιση της πομπής των Παναθηναίων στη ζωφόρο του Παρθενώνα, η εκπληκτική σκηνή όπου σε μια διαδήλωση δεξιών νοικοκυραίων κατά της τρομοκρατίας παρεισφρέουν αριστεροί, που τους αντιπαρατίθενται φωνάζοντας το ίδιο σύνθημα, «η τρομοκρατία δεν θα περάσει», αλλά με εντελώς διαφορετικό ηχόχρωμα, που αναδεικνύει την αβυσσαλέα διαφορά ιστορικών βιωμάτων και πολιτικής κουλτούρας των δύο παρατάξεων.
Δημοσθένης Κούρτοβικ, «Βιβλιοδρόμιο», Τα Νέα, 10.03.07
Το βιβλίο θα μπορούσε να λέγεται και O Αρχαίος Θυμός, αν δεν προϋπήρχε η Αρχαία Σκουριά της Μάρως Δούκα. Αντιγράφω: «Δεν υπάρχει άλλος λαός που μπορεί να καταλάβει (πόσο μάλλον να αισθανθεί) την πικρή ηδονή αυτού του συλλογικού καημού, τον καταπιεσμένο θυμό που τρέφουν αυτοί οι νοσταλγικοί ρυθμοί, αυτά τα απελπισμένα λόγια της ανεκπλήρωτης αγάπης, αυτές οι λοιγμώδεις φωνές της απατημένης γυναίκας-χώρας».
H μανία με την Άνοιξη ολοκληρώνει την πορεία του συγγραφέα στο δύσκολο δρόμο που επέλεξε, περνώντας από τις συμπληγάδες του Τζόυς και του Μπόρχες, για να ξαναβρεί, σαν ανακαινισμένο νόμισμα, το χρυσάφι του Μπαλζάκ.
Ένα συναρπαστικό πολιτικό θρίλερ, μια ανατομία του τόπου αυτού που λέγεται Ελλάς, και που ελπίζω να ανοίξει έναν ευρύ διάλογο στο αναγνωστικό κοινό μια που διαπραγματεύεται τη νεότερη ιστορία μας από τον Κολοκοτρώνη – Μαρίνο Αντύπα – Άρη Βελουχιώτη μέχρι τον Κουφοντίνα.
Βασίλης Βασιλικός, εφημ. Το Βήμα, 19.11.06
Κριτικές για τη Μανία με την Άνοιξη (για τη νεότερη δεύτερη έκδοση):
Στο περ. Εντευκτήριο
Η μανία με την Άνοιξη είναι, κατά τη γνώμη μου, από τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματα των τελευταίων χρόνων. Αφενός, γοητεύει και κερδίζει η «συνομιλία» του Α. Μαραγκόπουλου με την όψιμη Χαμένη Άνοιξη του Στρ. Τσίρκα· και αφετέρου, ο νεότερος συγγραφέας κατορθώνει να μυθοποιήσει πειστικά όψεις από την Ελλάδα των τελευταίων χρόνων και να ασκήσει μέσω του Σανιδόπουλου δριμεία κριτική στη «βολεμένη Ελλαδίτσα» και στον κακόμοιρο Έλληνα της μικροκομπίνας και της διάψευσης. Πάνω απ’ όλα, όμως, έχουμε να κάνουμε με ένα πολιτικό μυθιστόρημα, που επικεντρώνεται στον «εμφύλιο θυμό», στα εθνικά και πολιτικά αδιέξοδα του σύγχρονου Έλληνα, καθώς αυτός βρίσκεται σε διαρκή αναμέτρηση με εφιάλτες του πρόσφατου παρελθόντος και με προβλήματα του ιστορικού παρόντος. Έχω την αίσθηση ότι ο Α. Μαραγκόπουλος κατόρθωσε να κερδίσει το απαραίτητο στοίχημα της αληθοφάνειας και να αποδώσει μέσω της μυθοπλασίας τη «μανία με την Άνοιξη» και παράλληλα τη «χαμένη Άνοιξη» της γενιάς του, της «ανώφελης» ή σπαταλημένης γενιάς της Φλώρας (της δικτατορίας) αλλά και του Σανιδόπουλου (της μεταπολίτευσης).
Το μυθιστόρημα αυτό επανεκδίδεται, από τις εκδόσεις Τόπος, και φαντάζομαι όχι τυχαία αφού στην πρώτη έκδοσή του, πριν λίγα χρόνια, είχε κάνει αίσθηση με την καινοτομική του πρόταση να έχει ως ηρωίδα μια άλλη ηρωίδα, ενός άλλου συγγραφέα. Ευκαιρία, λοιπόν, να ξαναδούμε τη δύναμή του. Στη Μανία… παρακολουθούμε την εξέλιξη της Φλώρας, ηρωίδας του Τσίρκα στη Χαμένη Άνοιξη και μαζί της έναν κόσμο παλιών και νέων αριστερών που με φόντο και πρόσχημα τις διακοπές σε ένα νησί του Αιγαίου Πελάγους θα βρουν αφορμή να ξαναθέσουν τα βασικά αιτήματα της αριστεράς, αλλά και να διαφωνήσουν στον τρόπο επίτευξής τους. Ο συγγραφέας σχολιάζει το κενό ταυτότητας που άφησε ο Εμφύλιος Πόλεμος στη χώρα μας, αλλά και την αδυναμία να ξεπεραστούν τα τραύματά του. Χαρακτηριστικό αποτέλεσμα η εμφάνιση μιας φαινομενικά ανεξήγητης τρομοκρατικής οργάνωσης με τη σιωπηλή αποδοχή των πολλών.
Γ.Ν., Διαβάζω, τεύχος 497, Ιούνιος 2009
Στο περιοδικό SOUL
Ανάμεσα στα περισσότερα από δέκα βιβλία που έχει υπογράψει έως σήμερα ο Άρης Μαραγκόπουλος, θαρρώ πως η αναθεωρημένη πλέον Μανία με την Άνοιξη έχει ξεχωριστή θέση. Ελάχιστα κείμενα Ελλήνων έχουν προσεγγίσει με τέτοια ωριμότητα και οξυδέρκεια τα ζητήματα του ένοπλου αγώνα και της τρομοκρατίας, όπως το κάνει εδώ ο συγγραφέας και επικεφαλής της λογοτεχνικής σειράς του Τόπου. Πρωτότυπος στη γραφή του και τολμητίας στις θέσεις του, ο Μαραγκόπουλος σκαλίζει εδώ την ιστορία μιας «παλιάς γνώριμης»: της Φλώρας, της γυναίκας που ενέπνευσε τη Χαμένη Άνοιξη του Τσίρκα. Κοντά στα 60 της πλέον, παρουσιάζεται, ποιητική αδεία, να έχει δημιουργήσει μια κοινωνική κατάσταση που παραπέμπει σε… σοβιέτ, σε ένα νησί, που δεν κατονομάζεται και που στη Χώρα του τα μαγαζιά ανοίγουν κατά τα μεσάνυχτα. Ο ίδιος ο συγγραφέας σημειώνει χαρακτηριστικά στον πρόλογο: «Η μανία με την Άνοιξη είναι λοιπόν η ιστορία όλων εκείνων που επιμένουν να προσδοκούν μια Άνοιξη παρά και ενάντια στους δύστροπους καιρούς: από τους γλύπτες της ζωοφόρου στον Παρθενώνα έως τον Αριστίντ Μαγιόλ, από τον Μαρξ έως τον Μάη του ’68, από τη φρικτή δεκαετία του ’50 με τον Μπελογιάννη και τον Πλουμπίδη έως τη φρικτή δεκαετία του ’60 με τον Πέτρουλα και τον Τσίρκα και έως εμάς σήμερα: τους πρωταγωνιστές, κομπάρσους και θεατές του σκοτεινού Δεκέμβρη του 2008 –που τον θυμό του δεν μπορούμε να ξεχάσουμε και δεν ξεχνάμε». Σαν να γράφτηκε χθες.
Θανάσης Μήνας, SOUL, Ιούλιος 2009
Παρακολουθείστε εδώ μια συνέντευξη του συγγραφέα από τον Βασίλη Βασιλικό στα 30 χρόνια από τον θάνατο του Στρατή Τσίρκα.