1η έκδοση: Νοέμβριος 2011
1932: κυκλοφορεί το γνωστό μυθιστόρημα του Άλντους Χάξλεϊ Θαυμαστός καινούργιος κόσμος (Brave New World), ένα βιβλίο που προφήτευε ένα εφιαλτικό ανθρώπινο μέλλον υπό τον ολοκληρωτικό έλεγχο κάθε ανθρώπινης συμπεριφοράς και σκέψης.
2010: Ο μαχητικός Γερμανός δημοσιογράφος Γκίντερ Βάλραφ αποδεικνύει στο νέο του βιβλίο ότι αυτός ο κόσμος είναι ήδη εδώ. Τα επιχειρήματά του αντλούνται από την καθημερινή εμπειρία των εργαζόμενων – εκείνη που κρύβεται πίσω από τις λαμπερές προθήκες των μητροπόλεων του καπιταλισμού.
Όπως στην περίπτωση του Τούρκου Αλί (Στο περιθώριο) και του αλυσοδεμένου στο σύνταγμα Βάλραφ (Ο φασισμός δίπλα μας), έτσι και εδώ έχουμε προσωπικές καταθέσεις του Βάλραφ, αποκάλυψη της σκληρής αλήθειας όπως ακριβώς τη βίωσε: ο Βάλραφ μεταμφιέζεται κατά περίπτωση σε Σομαλό μετανάστη στη ρατσιστική Γερμανία, ζει ένα διάστημα σε άσυλο αστέγων διερευνώντας την απάτη του λεγόμενου κράτους πρόνοιας, δουλεύει με το κατώτερο μεροκάματο στο εργοστάσιο που φτιάχνει ψωμάκια για τα Lidl και σε εταιρείες διαχείρισης τηλεφωνικών κλήσεων. Στη συνέχεια, κάνει έρευνες με κακοπληρωμένους εργαζόμενους στα Starbucks και στο πιο φημισμένο γκουρμέ εστιατόριο της Γερμανίας. Τέλος, ξετυλίγει το κουβάρι της απαξίωσης της κρατικής εταιρείας σιδηροδρόμων, με στόχο την ιδιωτικοποίησή της. Με συγκλονιστικές λεπτομέρειες ο Βάλραφ αποκαλύπτει εδώ τον εργασιακό μεσαίωνα χάρη στον οποίο η Γερμανία προβάλλει σήμερα ως παράδεισος του καπιταλισμού.
Ο Γκίντερ Βάλραφ είναι από τους πιο πολυδιαβασμένους, στρατευμένους συγγραφείς-δημοσιογράφους στον κόσμο. Το βιβλίο του Στο περιθώριο μεταφράστηκε σε τριάντα οκτώ γλώσσες και πούλησε πέντε εκατομμύρια αντίτυπα. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε πριν είκοσι πέντε χρόνια και θα επανακυκλοφορήσει, σε νέα έκδοση, από τις εκδόσεις Τόπος.
---------------------------
Η Ελευθεροτυπία έγραψε για το βιβλίο
Οι άστεγοι που κοιμούνται σε κοντέινερ και σε καταφύγια του Β' Παγκ. Πολέμου. Οι απεγνωσμένοι άνεργοι που βρίσκουν δουλειά σε εταιρείες διαχείρισης τηλεφωνικών κλήσεων, προσπαθώντας να πουλήσουν άχρηστα προϊόντα σε ανύποπτους ανθρώπους. Οι λίγοι ανειδίκευτοι εργάτες μιας αρτοβιομηχανίας που αγωνίζονται να βγάλουν την παραγωγή για μια αλυσίδα σούπερ μάρκετ. Οι εκπαιδευόμενοι στα γκουρμέ εστιατόρια που δουλεύουν εξοντωτικά και με ελάχιστη αμοιβή. Είναι απλώς μερικά παραδείγματα εργαζομένων που κρύβονται πίσω από την οικονομική ισχύ της Γερμανίας. Και είναι αυτά τα χαρακτηριστικά παραδείγματα που επιλέγει ο δημοσιογράφος Γκίντερ Βάλραφ για να αποδείξει ότι το οικονομικό θαύμα της Γερμανίας σε μια περίοδο παγκόσμιας ύφεσης βασίζεται όλο και περισσότερο στην ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας, στη μείωση των μισθών και την επιβολή ενός πλαισίου εργασιακών συνθηκών που θυμίζει τις αρχές του εικοστού αιώνα.
Οπως και στο συγκλονιστικό «Στο Περιθώριο», όπου διηγιόταν τις περιπέτειές του ως τούρκος μετανάστης εργάτης, ο Βάλραφ στο νέο του βιβλίο «Από τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο» μεταμφιέζεται ξανά και εισβάλλει στα άντρα του νέου εργασιακού μεσαίωνα. Σκοπός του, να καταρρίψει το μύθο σύμφωνα με τον οποίο η Γερμανία είναι η οικονομική αυτοκρατορία με ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος που προστατεύει τα εργασιακά δικαιώματα. Μερικά κουρελιασμένα ρούχα τον μεταμορφώνουν σε άστεγο που περιπλανιέται με ένα σλίπινγκ μπαγκ και κοιμάται σε πεζοδρόμια και άθλια άσυλα δίπλα στους παρίες του συστήματος. Μια περούκα και ένα μουστάκι τον οδηγούν στη νέα ακμάζουσα βιομηχανία της διαχείρισης τηλεφωνικών κλήσεων. Και εκεί ξεσκεπάζει αυτόν τον λαμπερό κόσμο των σύγχρονων κατέργων όπου οι εργαζόμενοι -στην πλειοψηφία τους από το ταμείο ανεργίας- εξαναγκάζονται να μεταβληθούν σε «επαγγελματίες απατεώνες». Με ανάλογη μεταμφίεση προσλαμβάνεται και σε μια αρτοβιομηχανία που φτιάχνει προψημένα ψωμάκια για σούπερ μάρκετ για να είναι αυτόπτης μάρτυρας των συνθηκών εργασίας και υγιεινής, που δεν διαφέρουν από τα αντίστοιχα εργοστάσια στον Τρίτο Κόσμο. Ενώ από την άλλη, αλλάζοντας το χρώμα του δέρματός του και δηλωμένος ως σομαλός μετανάστης, απλώς επιβεβαιώνει τον συγκεκαλυμμένο αλλά πάντα παρόντα ρατσισμό των συμπατριωτών του.
Οπως δηλώνει και ο υπότιτλος του βιβλίου «Η αθέατη πλευρά του γερμανικού θαύματος», ο Βάλραφ επιθυμεί με την επιτόπια έρευνά του να αποδείξει ότι η συνεχιζόμενη οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας, παρά τη γενικευμένη κρίση, έχει τα δικά της θύματα. Είναι οι άνθρωποι της μεσαίας τάξης που ξαφνικά βρέθηκαν να κοιμούνται στο δρόμο, οι μακροχρόνιοι άνεργοι που για μια χούφτα ευρώ γίνονται οι επιθετικοί πωλητές μέσω τηλεφώνου και οι νέοι που, μη έχοντας άλλη λύση, δέχονται να μετατραπούν σε σύγχρονους δουλοπάροικους χωρίς δικαιώματα στις αλυσίδες των φαστ φουντ και των σούπερ μάρκετ. Για τον Βάλραφ, ο «Θαυμαστός καινούργιος κόσμος» που έπλασε η φαντασία του Αλντους Χάξλεϊ είναι ήδη εδώ. Μια χούφτα ανθρώπων ελέγχει πλήρως την οικονομική ζωή και οι υπόλοιποι είναι οι σύγχρονοι προλετάριοι που ισορροπούν μετά βίας ανάμεσα στην ψυχαναγκαστική κατανάλωση και τον διαρκή φόβο μήπως χάσουν και τα ελάχιστα πλέον προνόμιά τους.
Δημήτρης Αναστασόπουλος, "Έψιλον" 11/12/2011
Τι θα έκανε ο Βάλραφ;
Στη δεκαετία του ’60 ένας 22χρονος Γερμανός δημοσιογράφος, ο Γκίντερ Βάλραφ, κάνει ένα εξάμηνο ταξίδι με οτοστόπ, επισκέπτεται τα νυχτερινά άσυλα της Σκανδιναβίας και δημοσιεύει το πρώτο του ρεπορτάζ για το μεγαλύτερο άσυλο αστέγων της Γερμανίας, το Ρik As στο Αμβούργο. Στα χρόνια που πέρασαν, ο δημοσιογράφος αυτός γίνεται διάσημος σε όλο τον κόσμο, ενώ στην Ελλάδα είναι γνωστός και για έναν επιπλέον λόγο, αφού επί χούντας αλυσοδέθηκε στην πλατεία Συντάγματος διαμαρτυρόμενος για την τυραννία.
Το 2008, σε ηλικία 66 ετών, ο Βάλραφ παίρνει ξανά τους δρόμους και γνωρίζει από τα μέσα τα καταλύματα αστέγων στην Κολονία, τη Φρανκφούρτη, το Αννόβερο και άλλες πόλεις, στο πλαίσιο άλλης μιας πολύμηνης επιτόπιας έρευνάς του για τη σκοτεινή πλευρά του γερμανικού θαύματος. Με τη βοήθεια επαγγελματιών μακιγιέρ, έχει μεταμφιεστεί σε Σομαλό, ενώ κυκλοφορεί με τη δανεική ταυτότητα ενός φίλου που επισήμως έχει δηλώσει ανέστιος και διαθέτει το ειδικό αναγνωριστικό αυτοκόλλητο στο διαβατήριό του. Οι εμπειρίες του παρουσιάζονται στο βιβλίο του «Από τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο» (εκδ. Τόπος) όπου το κεφάλαιο «Υπό το μηδέν. Η αξιοπρέπεια του δρόμου» είναι αφιερωμένο στους δεδηλωμένους και τους αδήλωτους ανέστιους της πατρίδας του.
Η εβδομάδα που πέρασε ήταν η πιο παγερή του φετινού χειμώνα. Η Ευρώπη μετρά τους ξυλιασμένους νεκρούς της, ενώ οι εν Ελλάδι άστεγοι με το κρυσταλλιασμένο σπαθί τους κατέκτησαν μια θέση στις ειδήσεις της ημέρας. Συγκινητική ήταν η ανταπόκριση του κόσμου στο κάλεσμα της «Κλίμακας» για προσφορά υλικής βοήθειας στους «ναυαγισμένους και απόκληρους» της πόλης, ηρωική και η προσπάθεια των εθελοντών αυτής της μη κυβερνητικής οργάνωσης για την ανεύρεση αστέγων στις βαθιές μασχάλες, στα εντόσθια της πόλης: σε σκοτεινές κόχες και στοές, σε χαρτόκουτα, κάτω από γιοφύρια και ανισόπεδους κόμβους. Σκοπός η μεταφορά και η προσωρινή παραμονή τους σε κάποιο κατάλυμα.
Ο Βάλραφ μιλάει για διάφορες κατηγορίες ιδρυμάτων γι’ άστεγους: υπνοθήκες έκτακτης ανάγκης, κοντέινερ, κυβόσχημα τσιμεντένια καταφύγια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, άσυλα της Εκκλησίας, κινητές μονάδες. Δεν εξωραΐζει τον κόσμο των αστέγων, δεν τον γοητεύει η υποτιθέμενη γραφικότητα του περιθωρίου, δεν επιδεικνύει την προσωπική του ευαισθησία. Κυρίως δείχνει το πόσο εύκολα μπορεί μια νοικοκυρεμένη ζωή να ανατραπεί. Και ο διάχυτος φόβος ότι εύκολα στην Ελλάδα σήμερα μπορεί κανείς να καταλήξει απλήρωτος ή άνεργος και ανασφάλιστος και να οδηγηθεί στην εξαθλίωση είναι το νήμα που συνδέει τη μαρτυρία του Γερμανού δημοσιογράφου με ό,τι ζούμε στην Ελλάδα του 2012.
Τι θα έκανε ο Βάλραφ στην Αθήνα αυτόν τον παγωμένο Φλεβάρη; Μάλλον ό,τι δεν έχουμε συνηθίσει να κάνουμε εμείς, αφού σπάνιο φαίνεται αυτό το είδος της βιωματικής δημοσιογραφίας. Οι περισσότεροι είμαστε ζαχαρένιοι, μαθαίνουμε τη ζωή από δεύτερο, τρίτο χέρι. Ακόμα και την πλατεία Ομονοίας διστάζουμε να διασχίσουμε πεζοί και ασυνόδευτοι μετά τη δύση του ηλίου, ενώ κάποιοι δεν τη διασχίζουν ούτε μέρα.
Από τον «βοριά που τ’ αρνάκια παγώνει» φτάσαμε στον χιονιά που ανθρώπους παγώνει και πετρώνει. Και να «ταν μόνο ο χιονιάς...
Mαριάννα Tζιαντζή, Καθημερινή 05/02/12
Κάτω από το πέπλο της εξιδανίκευσης
Αν θεωρήσουμε ότι πίσω από κάθε πρόσωπο κρύβεται και ένα προσωπείο, τότε πίσω από μια καλοκουρδισμένη κοινωνία, τι κρύβεται; Μήπως η σαθρότητα μιας εξιδανίκευσης; Και εξηγούμαστε ευθύς αμέσως. Ένας εξόχως καυστικός δημοσιογράφος και συγγραφέας, ο Γερμανός Γκίντερ Βάλραφ, αναλαμβάνει την αποκάλυψη των ανήλιαγων πλευρών της γερμανικής ανάπτυξης. Από το ξεκίνημα της καριέρας του, στα μολυβένια χρόνια των τελών της δεκαετίας του ’60, ο Βάλραφ βάλθηκε να ξετρυπώσει τους «αρουραίους» που κρύβονταν κάτω από το χαλί της γερμανικής ηγεμονίας. Οι δολεροί παράμετροι ενός μοντέλου ευημερίας, με στοιχεία που δύσκολα βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Η κυρίαρχη αφήγηση κυβερνητικών και επιχειρηματικών κύκλων στη Γερμανία προωθεί την σύνθεση ενός Υπερκράτους, που αποτελεί μονόδρομο στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μέχρι και σήμερα. Ο Βάλραφ στο βιβλίο του δείχνει με καυστικό τρόπο πως τα τα κοινωνικά προβλήματα εντός Γερμανίας κάθε άλλο παρά είναι λυμένα. Ένα παγόβουνο ρατσισμού, ένδειας, ταξικών ανισοτήτων, κρατικής αποδιοργάνωσης, κυνισμού και άκρατου ανταγωνισμού, κρύβεται επιμελώς από τα μάτια και τα αυτιά της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης.
Ο συγγραφέας και δημοσιογράφος, απέναντι στο τείχος της λογοκρισίας, προσπαθεί μέσω αιρετικών πρακτικών, να προσεγγίσει θεσμικά πρόσωπα και κοινωνικές ομάδες, οι συμπεριφορές των οποίων είναι υπέρ το δέον ανατριχιαστικές. (...)
Νίκος Κουρμουλής, Αυγή 19/06/12
Διαβάστε όλο το άρθρο εδώ.
Επιστροφή στον πρώιμο καπιταλισμό
Η δουλειά γίνεται όλο και πιο δύσκολη, οι εργασιακές σχέσεις όλο και πιο άγριες
Μαύροι που προστατεύονται πλήρως νομικά αλλά δεν μπορούν να σταθούν πουθενά στον τόπο διαμονής τους. Μακροχρόνια άνεργοι που χάνουν μαζί με τη δουλειά και το σπίτι τους, κάθε αξιοπρέπεια αλλά και κάθε δυνατότητα επανένταξης. Αθλιοι ξενώνες αστέγων και ύπνος στο πεζοδρόμιο στους δεκαπέντε βαθμούς υπό το μηδέν. Εργαζόμενοι με μισθούς πείνας, που συχνά δεν αρκούν για τη διαβίωσή τους, «φτωχοί εργαζόμενοι», οι οποίοι λαμβάνουν επίδομα για να καταφέρουν, μετά βίας, να επιβιώσουν. Εργαζόμενοι νοικιασμένοι και μη, όλοι απροστάτευτοι, ανασφάλιστοι, με υποχρεωτικές απλήρωτες υπερωρίες σε όλους τους κλάδους και αρμοδιότητες πέρα από κάθε φαντασία, που μπορεί να συνδυάζουν το σερβίρισμα του καφέ (στα Στάρμπακς) με το καθάρισμα στις τουαλέτες.
Εργαζόμενοι σε συνθήκες επικίνδυνες, που δουλεύουν ακόμα και τραυματισμένοι – και το αίμα στάζει πλάι στα ψωμάκια που φτιάχνουν· δουλεύουν εξαντλημένοι, άρρωστοι, τους αρρωσταίνει η δουλειά τους, χωρίς ποτέ αυτό να καταγράφεται πουθενά στις επαγγελματικές ασθένειες και στα εργατικά ατυχήματα. Εργαζόμενοι υπάκουοι, πειθήνιοι, δεκτικοί στην κουλτούρα της φανφάρας περί ομαδικότητας, συναδελφικότητας και θετικής αντιμετώπισης – με το χαμόγελο, που εξαπολύουν οι επιχειρήσεις και, βεβαίως, οπωσδήποτε όχι συνδικαλισμένοι – για το καλό τους. Συνδικαλιστές που ζουν μια καθημερινή κόλαση, με διαρκείς παρενοχλήσεις, εκβιασμούς, ψυχολογικό πόλεμο που φτάνει ώς τη διάλυση της ζωής τους, μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά, όταν το έσχατο μέσο είναι το άγριο έως και φονικό ξυλοφόρτωμα. Φυσικά, προηγούνται η απομόνωση, η ηθική εξόντωση με τη συστηματική δυσφήμηση εντός και εκτός εταιρείας, είτε πρόκειται για βαριά βιομηχανία είτε για τον κρατικό οργανισμό σιδηροδρόμων που πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί πάση θυσία.
Εμπρακτη αλληλεγγύη
Οχι, δεν είναι η Ελλάδα της κρίσης. Είναι η Γερμανία προ και μετά κρίσης, μέσα από τα μάτια του γνωστού ακτιβιστή δημοσιογράφου με την ιδιότυπη «εισοδιστική» μέθοδο, του διάσημου Γκίντερ Βάλραφ (1942). Στην Ελλάδα δεν τον γνωρίζουμε μόνο από τα βιβλία του (εκδ. Στάχυ και Μαύρη Λίστα), αλλά και από την πλέον έμπρακτη αλληλεγγύη του στους αγωνιστές κατά τη χούντας, το 1974: αλυσοδέθηκε στο Σύνταγμα και μοίραζε προκηρύξεις, με αποτέλεσμα να έχει μια τρομακτική, όπως ομολόγησε, προσωπική εμπειρία από τα κελιά των βασανιστών.
Τιτικα Δημητρουλια, Η Καθημερινή, 2/09/2012
Διαβάστε όλο το άρθρο εδώ.
----------------------------------
Δείτε στον οδηγό ανάγνωσης τα περιεχόμενα και τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, καθώς και τη συνέντευξη του Γκίντερ Βάλραφ στους δημοσιογράφους Γιάννη Παπαδόπουλο και Δημήτρη Δουλγερίδη (εφημ. Τα Νέα). Διαβάστε εδώ μια παρουσίαση στο iskra.gr και εδώ μια παρουσίαση στο blog egomio. Τέλος, ακούστε εδώ το πεντάλεπτο των εκδόσεων Τόπος σχετικά με το βιβλίο στον ραδιοσταθμό "Στο κόκκινο-105,5".
|