Εκδόσεις: Συνάψεις
Τι συνέβη και ένα «ταξίδι στα Κύθηρα», που ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς, μετατράπηκε ξαφνικά σε «ταξίδι από τα Κύθηρα»; Ο συγγραφέας σε αυτό το αυτό-αναφορικό κείμενο περιγράφει την περιπέτεια που έζησε, όταν αρρώστησε σοβαρά κατά τη διάρκεια διακοπών στα Κύθηρα. Το πολύωρο ταξίδι της μεταφοράς του από το Κέντρο Υγείας του νησιού στην Αθήνα και η τρίμηνη παραμονή και νοσηλεία του στη μονάδα εντατικής θεραπείας του Ευαγγελισμού στάθηκαν η αφετηρία, ώστε να καταγράψει τις φαντασιώσεις, τις σκέψεις και τα συναισθήματά του σχετικά με τη νόσο και το θάνατο, τις αντιδράσεις του σώματός του στη θεραπεία, τις δυσλειτουργίες του νοσηλευτικού συστήματος, καθώς και την ψυχοσωματική προβληματική.
Παρουσίαση στα Νέα από την Φ. Τσαλίκογλου
Το στοίχημα της βιωματικής γραφής είναι ένα δύσκολο εγχείρημα όταν είσαι αποφασισμένος να μην ενδώσεις στο δέλεαρ μιας ναρκισσιστικής αγιογραφίας. Ο πόνος εξευγενίζει, εξανθρωπίζει, ανυψώνει, όμως όλα αυτά τα ηθικοπλαστικά ιδεώδη δεν είναι στις προθέσεις του συγγραφέα. Είναι σκληρός με τη σκληρή πραγματικότητα ενός αβοήθητου, σε κατάσταση στέρησης οργανισμού, ενός οργανισμού έκθετου σε έναν τρόμο. Τον τρόμο της ανάδυσης του «ψυχωτικού πυρήνα του εαυτού μας», ενός πυρήνα που καιροφυλακτεί, έτοιμος να κάνει αισθητή την παρουσία του και να εκραγεί σε ακραίες, απειλητικές για την ύπαρξη συνθήκες. Μια τέτοια ακραία συνθήκη έζησε ο συγγραφέας. Σε κατάσταση στέρησης και φαρμακευτικής καταστολής, διασωληνωμένος και καθηλωμένος στον στρεσογόνο θάλαμο της Εντατικής, παύεις να είσαι εσύ. Κάποιος ή κάτι άλλο έρχεται στη θέση σου. Θρυμματίζονται όλες οι πρότερες βεβαιότητες και μια άλλη αίσθηση της πραγματικότητας παίρνει το πάνω χέρι. Με αφοπλιστική αμεσότητα, με το αφιλόκερδο βλέμμα μιας αθωωτικής εγρήγορσης, ο Τζαβάρας σε αυτό το ταξίδι μεταμορφώνει τον αναγνώστη σε συνταξιδιώτη. «Πηγαίνω στην κόλαση αλλά περίμενέ με, θα γυρίσω πίσω να αφηγηθώ το ταξίδι». Έτσι είναι σαν να λέει στον αναγνώστη κλείνοντάς του το μάτι. Με αυτή την έννοια τολμώ να πω ότι ήταν κάπου μοιραίο να καταφέρει να γυρίσει πίσω ο συγγραφέας. Από την πρώτη κιόλας στιγμή είχε μαζί με την Ελένη αποφασίσει τα της αφηγηματικής αποτύπωσης της περιπέτειάς του. Και τέτοιες γενναίες αποφάσεις δεν μπορεί παρά να σε αποζημιώνουν. Η φύση (ο Θεός, το πεπρωμένο ή η τύχη αν προτιμάτε) μοιάζει να είναι συνήθως γενναιόδωρη απέναντι σε τέτοιες επιλογές.
Σε κάθε σελίδα συναντιέσαι με την αγωνία και το άρρητο αίτημα ενός πάσχοντος σώματος, ενός αβοήθητου οργανισμού να μη χάσει την ηθική υπόστασή του, να μην αφυδατωθεί η υποκειμενικότητά του, να μη μετατραπεί σε άβουλο αντικείμενο.
«Είμαι κι εγώ θεός, είμαι ήρωας, είμαι φιλόσοφος,είμαι δαίμονας και είμαι κόσμος, κάτι που συνιστά τον πιο περιφραστικό τρόπο για να πω ότι δεν υπάρχω». Αυτή την ιδιότυπη συνθήκη αθανασίας που περιγράφει ο Μπόρχες μοιάζει να έζησε και να αποτυπώνει στο έργο του ο Θ.
Τζαβάρας. Διασωληνωμένος, κοιμώμενος, τελών εντούτοις σε μια ιδιάζουσα αφύπνιση, ο συγγραφέας αφήνεται ολόκληρος στο επινοείν, στο ανακαλύπτειν, που δεν είναι άλλο από το ενθυμείσθαι...
Όμως η δύναμη του βιβλίου αυτού δεν εξαντλείται στην αυτοαναφορικότητά του. Είναι ταυτόχρονα και ένα συγκλονιστικό δοκίμιο για τη νόσο, τον θάνατο, τις σχέσεις αρρώστου- νοσηλευτή, την ψυχοσωματική προβληματική. Τη σημασία της παρουσίας των δικών σου ανθρώπων. Η αγωνία της γραφής, το μέλημα των λέξεων που κάνουν τα απόντα πράγματα ωσεί παρόντα, είναι εμφανής από την πρώτη μέχρι την τελευταία γραμμή. Η αρετή της ποιητικότητας, που δεν είναι προνόμιο της λογοτεχνικής γραφής, διατρέχει το κείμενο και μας θυμίζει μαζί με τον Τόμας Μαν ότι η αρρώστια είναι το μαγικό βουνό του ανθρώπου. Ένα βιβλίο δώρο στον κάθε άρρωστο. Δηλαδή στον καθένα μας.
Φωτεινή Τσαλίκογλου
Τα Νέα, 02.05.2009
Παρουσίαση στο Βήμα από τον Γ. Μπασκόζο
(...) Ο Θ. Τζαβάρας σε αυτό το βιβλίο, το οποίο κυκλοφορεί σε νέα έκδοση με πολλές προσθήκες, γράφει και καταγράφει με ειλικρίνεια, μονολογεί, εξιστορεί, κρίνει, κοροϊδεύει τον εαυτό του, μιλάει για τους φίλους του και τη γυναίκα του, σαρκάζει και αυτοσαρκάζεται. Το οργανικό ψυχοσύνδρομο, η αίσθηση του αβοήθητου στη ΜΕΘ, το άγχος του θανάτου, η διαταραχή των γνωστικών λειτουργιών γίνονται αφορμή για μια ενδοσκόπηση που προσφέρεται μέσα από αυτό το βιβλίο στους φίλους, αντίδωρο για την αγρύπνια τους, αλλά και δείγμα ευγνωμοσύνης για τους γιατρούς που τον συνέδραμαν. Παράλληλα ο Θ. Τζαβάρας καταλαβαίνει ότι όλα αυτά σηματοδοτούν ένα καινούργιο κεφάλαιο για τη ζωή του ή, όπως λέει ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης, «... ακόμη και η ζωή μου αποκτά σημασία, όταν τη διηγούμαι σε κάποιον...».
Διαβάστε όλη την παρουσίαση εδώ
Γ. Μπασκόζος, Το Βήμα, 20.02.11
Παρουσίαση στην Καθημερινή από τον Η. Μαγκλίνη
(...) Ταπεινή γνώμη του γράφοντος είναι ότι το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του «Ταξιδιού» δεν είναι τόσο το συμβαντολογικό του μέρος (μην περιμένετε έναν ακόμα κοινότοπο ορυμαγδό περί της αθλιότητας των ελληνικών νοσοκομείων - υπάρχουν λίγες αλλά καίριες αναφορές τέτοιου τύπου, κυρίως όμως ο ασθενής-συγγραφέας μνημονεύει τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων), όσο οι αναφορές στον δαίδαλο των εσωτερικών διαδρομών που διένυσε όντας ασθενής, ημιαναίσθητος, διασωληνωμένος. Αν αναλογιστεί κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με έναν ψυχαναλυτή, γίνεται εύκολα αντιληπτό τι προεκτάσεις μπορεί αυτό να λάβει σε ένα τέτοιο κείμενο: φαντασιώσεις, όνειρα, παραισθήσεις, φοβίες, εφιάλτες, παράλογα σχήματα και παραστάσεις που κινούνται από το αυστηρώς ονειρικό επίπεδο σε εκείνο της καθημερινότητας, καθώς και μια διαρκής απόπειρα να στοχαστεί σε βάθος ο συγγραφέας πάνω σε όλο αυτό το σύμπλεγμα που δεν συνιστά τίποτα περισσότερο παρά τη θεμελιακή αγωνία της ανθρώπινης ύπαρξης.
Διαβάστε όλη την παρουσίαση εδώ
Ηλίας Μαγκλίνης, Καθημερινή, 05.03.2011 |