Εξώφυλλο & Δελτίο τύπου
ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: Οκτώβριος 2022
❝ Ένα πολιτικό νουάρ βασισμένο σε αληθινά γεγονότα, όπου η πραγματικότητα ξεπερνάει την πιο ευρηματική λογοτεχνική φαντασία❞
Ο έρωτας και ο θάνατος συναντώνται με τις πολιτικές ίντριγκες τη ζοφερή εποχή της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Γύρω από την πραγματική ιστορία της υπόθεσης Μπελογιάννη διασταυρώνονται με μυθιστορηματικό τρόπο οι ζωές προσώπων που η μοίρα τούς έφερε στη σκιά του «ανθρώπου με το γαρίφαλο».
Η σχέση του Νίκου Μπελογιάννη με τη σύντροφό του Έλλη Ιωαννίδου, το τίμημα που πλήρωσαν ο αστός διανοούμενος Δημήτρης Μπάτσης και η νεόνυμφη γυναίκα του, οι τραγικές ιστορίες του Ηλία Αργυριάδη και του Νίκου Καλούμενου που εκτελέστηκαν μαζί με τον Μπελογιάννη, ο μυστηριώδης θάνατος του δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ, οι πλεκτάνες των ξένων υπηρεσιών και του παρακράτους, οι στημένες δίκες, οι εσωτερικές συγκρούσεις της Αριστεράς και τα τραγικά διλήμματα εκείνων που είχαν την τρέλα να ονειρευτούν ν’ αλλάξουν τον κόσμο.
Διαβάστε εδώ τις πρώτες σελίδες του βιβλίου.
Οι άνθρωποι με την τρέλα ν’ αλλάξουν τον κόσμο
γράφει ο Π. Σωτήρης στο in.gr
(...) Επιλέγει να γράψει μια μυθιστορηματική αναπαράσταση αυτών των γεγονότων, με μορφή που παραπέμπει σε τρόπους του νουάρ μυθιστορήματος, σε μια προσπάθεια να μας δείξει με έναν πιο άμεσο τρόπο το πώς βίωσαν αυτή την εμπειρία οι πρωταγωνιστές τους.
Το βιβλίο έχει μια προσέγγιση πολυπρισματική καθώς παρουσιάζει τα όσα συνέβησαν από μέσα από τις παράλληλες ιστορίες. Έτσι μπορεί να μεταβαίνει από τα παράνομα ραντεβού και τη σύλληψη του Μπελογιάννη, στις συσκέψεις της ΕΔΑ, στις συζητήσεις σε κυβερνητικό επίπεδο (συμπεριλαμβανομένων και αυτών με την αμερικανική πλευρά), στην εναγώνια προσπάθεια των οικείων του Μπάτση, συμπεριλαμβανομένης και της φιγούρας της συντρόφου του Λίλιαν, στην προσπάθεια του Νίκου Πλουμπίδη να αποτρέψει την εκτέλεσή του Μπελογιάννη, και πώς αυτή τελικά υπονομεύτηκε από την ίδια την εξόριστη ηγεσία του ΚΚΕ.
Ο Κοντιάδης είναι πολύ προσεκτικός στο πώς ανασυγκροτεί αυτές τις σκηνές. Στηρίζεται σε βαθιά γνώση των πραγματικών περιστατικών και των μαρτυριών που υπάρχουν. Η όποια λογοτεχνική προσθήκη είναι μετρημένη και όποιος είναι εξοικειωμένος με την ιστοριογραφία για αυτή την εποχή θα διακρίνει ότι η «μυθιστορηματική» διάσταση αφορά περισσότερο τη μεθοδολογία, παρά την ουσία και το περιεχόμενο.
Με υποδειγματικό τρόπο ο Κοντιάδης κατορθώνει να αποφύγει την υπερδραματοποίηση και τον μελοδραματισμό, που ήταν πάντα ο κίνδυνος στην αποτύπωση γεγονότων με μεγάλη συναισθηματική φόρτιση. Και παρότι για αρκετές και αρκετούς μας η ιστορία αυτή είναι αρκετά γνωστή, εντούτοις το βιβλίο είναι γραμμένο ώστε να κρατάει διαρκώς εστιασμένη την προσοχή του αναγνώστη.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ότι ο Κοντιάδης δεν επικεντρώνει μόνο στην προσωπικότητα του Μπελογιάννη, αλλά και των υπολοίπων με μια ιδιαίτερη έμφαση στον Δημήτρη Μπάτση. Άλλωστε, ήδη από τότε είχε γίνει σαφές ότι η επιλογή να υπάρξει ιδιαίτερη αυστηρότητα απέναντι στον Μπάτση δεν είχε να κάνει τόσο με το μέγεθος της πραγματικής εμπλοκής του στον παράνομο μηχανισμό, όσο με το γεγονός ότι έπρεπε να τιμωρηθεί ως ένας ιδιότυπος «ταξικός αποστάτης», προς παραδειγματισμό μιας ολόκληρης γενιάς που έβλεπε την ελπίδα στον κοινωνικό μετασχηματισμό. Αυτό εξηγεί και γιατί η όποια διέξοδος του προτάθηκε ήταν τόσο ταπεινωτική και αναξιοπρεπής που δεν μπορούσε παρά να την αρνηθεί.
Πάνω από όλα τα βιβλίο του Κοντιάδη κατορθώνει να υπενθυμίσει ότι η Εμφύλια σύγκρουση δεν ήταν ούτε γενικά ένας «αλληλοσπαραγμός», ούτε απλώς η εξειδίκευση στη χώρα μας του Ψυχρού Πολέμου. Τίμημά του ήταν και η βίαιη και βάναυση αντιμετώπιση ανθρώπων που οραματίζονταν όντως την κοινωνική αλλαγή, είχαν την «τρέλα να αλλάξουν τον κόσμο» και γι’ αυτό τον λόγο βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν το εκτελεστικό απόσπασμα.
Αυτή την ιστορία αφηγείται με δύναμη το βιβλίο του Κοντιάδη και γι’ αυτό αξίζει τον κόσμο να διαβαστεί.
Διαβάστε όλο το κείμενο εδώ
γράφει ο Π. Σωτήρης για το in.gr (09.11.2022)
Ανάρτηση της δημοσιογραφου Αλεξάνδρας Χριστακάκη
Ο συγγραφέας δεν είναι ιστορικός, είναι συνταγματολόγος. Δεν είναι κομμουνιστής, είναι σοσιαλδημοκράτης. Δεν μιλά για ήρωες, αλλά για ανθρώπους με συναισθήματα και διλήμματα. Και όμως το βιβλίο του -που διάβασα απνευστί σε μια μέρα συνεπαρμένη και αρνούμενη να βγω από το κλίμα και τους διαλόγους που αφορούν τα ανθρώπινα και τα υπαρξιακά- είναι ύμνος σε εκείνους που στην μετεμφυλιακή Ελλάδα της βίας, των εκτελέσεων και του αίματος, ονειρεύτηκαν να οικοδομήσουν έναν κόσμο δικαιότερο. Και αυτήν τους την «τρέλα» να αλλάξουν τον κόσμο, την πλήρωσαν με την ζωή τους: Μπελογιάννης, Μπάτσης, Αργυριάδης, Καλούμενος. Όμως όλοι αυτοί οι ήρωες ήταν άνθρωποι, με επιθυμίες, φόβους, αδυναμίες, δάκρυζαν, πονούσαν αγαπούσαν, δείλιαζαν, γούσταραν την ζωή και παιδεύονταν για να ισορροπήσουν με αξιοπρέπεια στην ζωή... Δεν ήταν εικονική πραγματικότητα. « Φοβάμαι μήπως κάποιοι μας χρησιμοποιήσουν, εξυμνώντας την θυσία, τον θάνατο και την οδύνη, για να φτιάξουν την Αριστερά των θυμάτων και των ηττημένων» λέει ο Μπάτσης για να του απαντήσει ο Μπελογιάννης: «Δεν είμαστε θύματα, ούτε ήρωες, ζήσαμε για την ευδαιμονία να είσαι αριστερός, αυτό είναι το παράθυρο που θέλουμε να ανοίξουμε». Επειδή λοιπόν σήμερα αν τολμήσεις να μιλήσεις για αρχές, αξίες, ιδανικά και στράτευση για την πραγμάτωσή τους, σε χαρακτηρίζουν «γραφικό» και αλλούτερο, το βιβλίο αυτό μας βάζει ένα μέτρο για το τίμημα αυτής της επιλογής. Το διακύβευμα τότε της στράτευσης ήταν η δολοφονία, η εκτέλεση, η διαπόμπευση, ο ξεφτελισμός. Ηταν η ίδια η ζωή. Τα διλλήματα ,οι πιέσεις, οι εκβιασμοί, τεράστιοι. Αλλοι άντεξαν, άλλοι όχι. Σήμερα πολλοί λένε να μην μιλάμε για τη Δεξιά, γιατί αναπαράγουμε πεθαμένα ερμηνευτικά σχήματα. Μόνο όσοι δεν θέλουν να γνωρίσουν την ιστορία αυτού του τόπου, μπορούν να το επικαλούνται. Το ιστορικό μυθιστόρημα του Ξενοφώντα Κοντιάδη, συμβάλει στην γνώση αυτής της Ιστορίας, που είναι γεμάτη από διαπλοκή, συνωμοσία, ίντριγκα, καταπίεση, ανελευθερία, αντικομμουνισμό και πολύ, πολύ, αίμα … Για παράδειγμα, τα στοιχεία που αφορούν την ζωή, τα διλήμματα, τον εξευτελισμό και την εκτέλεση του Μπάτση είναι συγκλονιστικά. Πρόκειται για έναν αστό, ο οποίος «πούλησε» την τάξη του για να συνταχθεί με το «μεγάλο, το ωραίο και το συγκλονιστικό», που έγραψε το εμβληματικό βιβλίο για τον τρόπο ανάπτυξης της «Βαρειάς ελληνικής βιομηχανίας» στην μετεμφυλιακή Ελλάδα, απεξαρτημένης από τα συμφέροντα των ξένων δυνάμεων, που ήταν επικεφαλής ενός περιοδικού στοχασμού και προβληματισμού του «Ανταίου», ενός Ινστιτούτου , μιας Επιστημονικής Εταιρείας «Επιστήμη και Ανοικοδόμηση» για την αξιοποίηση της Επιστήμης προκειμένου να απαλλαγεί η Ελλάδα από την αντίληψη της «ψωροκώσταινας», που βοήθησε τον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ εκείνης της περιόδου, όλα αυτά, παρά την δήλωση μετανοίας, η εξουσία δεν του το συγχώρεσε. Ξεφτίλησε τον ίδιο, την γυναίκα του-κόρη βιομηχάνου και τον φιλοβασιλικό ναύαρχο πατέρα - δεξί χέρι του βασιλιά Παύλου- πριν τον εκτελέσει το πρωινό εκείνο της Κυριακής 30 Μαρτίου 1952.
«Ηταν ένας ιδεολόγος που εγκατέλειψε την καλή του εύκολη ζωή για την πατρίδα και τον λαό. Πιέστηκε, εκβιάστηκε, έπεσαν πάνω του όλοι οι κομπλεξικοί, αστοιχείωτοι καραβάναδες, όλη η λυσσασμένη αστική τάξη: «αυτός ο γιός ναυάρχου, που έγινε κομμουνιστής» λέει ο συγγραφέας.
Το βράδυ του Σάββατου, πριν την εκτέλεση ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Νίκος Κούνδουρος,ήταν μαζί με την γυναίκα του Μπάτση, γιατί ήταν στον λογοτεχνικό κύκλο του «Λουμίδη», που « χωρίς τις παρέες του δεν ήταν τίποτε». Η Ελλη Λαμπέτη, νοιαζόταν για την ζωή του Μπάτση και του Μπελογιάννη. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς -ο γνωστός φιλόσοφος- παρακολουθούσε αν και παιδί την δίκη των 4 στο Εκτακτο Στρατοδικείο, γιατί ο πατέρας του ήταν ο δικηγόρος Αγγελος Τσουκαλάς, συνήγορος του Μπελογιάννη. Εμαθα πολλά που δεν γνώριζα για πρόσωπα που ήταν στην πολιτική ζωή του τόπου έως πρόσφατα (Παπαπολίτης, Πεπονής)... Ο επίλογος, πού κατέληξαν όλοι όσοι είχαν σχέση με τους 4 πρωταγωνιστές, είναι απόδειξη ότι μόνο ερείπια, θάνατο και καταστροφή έφερε η πολιτική τους. Παραθέτω μερικούς διαλόγους και απόψεις που κύκλωσα και κράτησα στο τετραδιάκι μου, γιατί όσοι είχαν την τρέλα να αλλάξουν τον κόσμο αγάπησαν με πάθος την ζωή, την γνώση, την επιστήμη, την λογοτεχνία, την τέχνη, την συλλογικότητα, τον άνθρωπο, την κοινωνία. Όμως είχαν φόβους και δάκρυζαν.. « Στο σκοτεινό μπουντρούμι του απομονωτηρίου ο σκληροτράχηλος αγωνιστής Μπελογιάννης δακρύζει. Όχι για την ζωή του.. αλλά για τον νεογέννητο γιο του που είναι αμφίβολο αν θα τον γνωρίσει..»
Και σκέφτομαι με περηφάνια πως είμαι με όλους αυτούς, γιαυτό είμαι με την σωστή πλευρά της ιστορίας, ακόμη και αν δεν γνωρίζω πώς να αλλάξω τον κόσμο, έμαθα πως πρέπει να αλλάξω τον εαυτό μου. Και τους το οφείλουμε.
« Στα αυτοσχέδια μαθήματα στις φυλακές κάποιος είπε: τρία συστατικά πρέπει να έχει η ζωή μας: το μεγάλο να βρίσκεσαι μέσα στην πάλη για μια καλύτερη ζωή, όποιος δεν το κάνει αυτό σέρνεται από την ζωή. Το ωραίο, το καθετί που ομορφαίνει την ζωή, η μουσική, τα λουλούδια και η ποίηση. Και το τρίτο, το συγκλονιστικό που είναι η αγάπη». Μανιφέστο για μια ζωή ολοκληρωμένη..
Λέει ο Μπελογιάννης,όταν τον συλλάβανε στα Εξάρχεια: «..Για την ιδεολογία μου οι αντιδραστικοί με έδιωξαν από την Νομική Σχολή, με εξόρισαν, με φυλάκισαν. Αντί να διαλέξω την ζωή της καριέρας -και μπορούσα εύκολα να δημιουργήσω τέτοια- προτίμησα μια ζωή γεμάτη διωγμούς, στερήσεις, πόνους και δάκρυα».. Επιλογή.
Ο Δημήτρης Μπάτσης, όταν αποφάσισε να χωρίσει από την γυναίκα του που ανήκε στην αστική τάξη: «Γύρω μας γίνονται κοσμογονικές αλλαγές, τίποτε δεν μένει το ίδιο, δεν μπορώ εγώ να παριστάνω τον νοικοκύρη, σαν να μην συμβαίνει τίποτα..Τώρα έχουμε την ευκαιρία να αλλάξουμε την Ελλάδα, τώρα πρέπει να παραμερίσουμε την προσωπική μας ιστορία για την μεγάλη ιστορία… Απαλλάχτηκα από την αυταπάτη στην οποία ζούσα όλα αυτά τα χρόνια, ότι μπορώ να συνδυάσω τη συμβατική ζωή με τον αγώνα για αυτά που πιστεύω...»
« Αγάπη μου -λέει ο Δημήτρης Μπάτσης στην γυναίκα του- δεν είναι ότι δεν σε λατρεύω, αλλά εδώ υπάρχουν πράγματα που πιάνουν την ουσία της ζωής και την αλλάζουν, που φτάνουν στο τελευταίο κύτταρο του ανθρώπου. Στην ζυγαριά βρίσκονται από την μια μεριά η ανθρώπινη αξιοπρέπεια μου, τα όνειρά μου, ο σκοπός της ζωής μου. Κι από την άλλη, ένα γυμνό σαρκίο. Με το να κάνω αυτό που μου λέει ο Υπουργός, είναι σαν να σβήνω τον εαυτό μου από τον χώρο των ζωντανών. Οσοι με γνώριζαν και με εκτιμούσαν τώρα θα με σβήσουν, δεν θα με χαιρετούν καν. Το ίδιο θα κάνουν και με σένα βέβαια».
Μπελογιάννης: «όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον, είμαστε ήδη νεκροί».Μπάτσης: «καθένας αντιλαμβάνεται με τον δικό του τρόπο την αξιοπρέπεια. Εγώ όση μπορούσα να θυσιάσω την έδωσα. Οση μου έμεινε θα την κρατήσω για την στιγμή του θανάτου μου...».
Α. Χριστακάκη, 04.11.2022
Παρουσίαση του Δημήτρη Καλτσώνη στο Documento
«Είχαν την τρέλα ν’ αλλάξουν τον κόσμο»
Ο Δημήτρης Καλτσώνης γράφει για το ιστορικό μυθιστόρημα του Ξ. Κοντιάδη για τα πέτρινα χρόνια της εκτέλεσης των Μπελογιάννη, Μπάτση, Αργυριάδη, Καλούμενου
Τα πέτρινα χρόνια της εκτέλεσης των Μπελογιάννη, Μπάτση, Αργυριάδη, Καλούμενου παρακολουθεί το ιστορικό μυθιστόρημα του αγαπημένου συναδέλφου Ξενοφώντα Κοντιάδη, καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το κάνει αυτό με τρόπο και γραφή λιτή, κινηματογραφική σχεδόν, σαν πολιτικό νουάρ. Αποδίδει τους τραγικούς καιρούς και τις αντιφάσεις της εποχής. Παράλληλα στέκεται με προσοχή απέναντι στα πρόσωπα και τα γεγονότα. Το μυθιστόρημα είναι καρπός εξαντλητικής ιστορικής μελέτης και η μυθοπλασία είναι δευτερεύον στοιχείο του. Προκύπτει πειστικά από τα ιστορικά γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους. Η συγκίνηση προκύπτει αβίαστα, αναπόφευκτα, χωρίς να την εκβιάζει ή εκμαιεύει ο συγγραφέας.
Υπάρχουν, φυσικά, σημεία όπου ο Κοντιάδης αφήνει να διαφανούν σε κάποιες στιγμές οι αποχρώσεις της δικής του προσέγγισης. Αυτό γίνεται όμως με σεβασμό στους ανθρώπους και στη γενιά που αγωνίστηκε με πάθος και ανιδιοτέλεια πρώτα ενάντια στη γερμανική κατοχή και στη συνέχεια ενάντια στο μισαλλόδοξο, τυραννικό, ξενοκρατούμενο κράτος της δωσιλογικής ολιγαρχίας.
Διαβάζοντας το βιβλίο ξαναζεί κανείς την τραγωδία και το μεγαλείο, τις τεράστιες δυσκολίες και τις αναπόφευκτες αντιφάσεις του αγώνα για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση. Διακρίνει το μένος, την αγριότητα, τη δολιότητα, τη μικροψυχία και την απανθρωπιά των αρχόντων της καθεστηκυίας τάξης.
Αντικρίζει επίσης ο αναγνώστης τις ευαίσθητες, προσωπικές, ανθρώπινες πλευρές των πρωταγωνιστών της Ιστορίας. Γιατί όλοι, ανεξαρτήτως αν κάποιοι μπορεί να λύγισαν για ένα διάστημα (τι πιο ανθρώπινο άλλωστε), στάθηκαν όρθιοι μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Το έπραξαν για όλους εμάς σήμερα. Για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και την απελευθέρωση του λαού από τη φτώχεια, την εκμετάλλευση, τη φυσική ή πνευματική υποδούλωση.
Ιδιαίτερα στέκεται ο Κοντιάδης στην περίπτωση του Δημήτρη Μπάτση, του αστού διανοούμενου που στρατεύτηκε στο ΚΚΕ και έγραψε το εξαιρετικά επίκαιρο βιβλίο «Η βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα». Ξεχωριστό ήταν το μένος της αστικής τάξης σε βάρος του, καθώς τον θεώρησε προδότη της τάξης του.
Με τον δέοντα σεβασμό στέκεται ο Κοντιάδης απέναντι στον άνθρωπο-σύμβολο Νίκο Μπελογιάννη. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Ο Μπελογιάννης, ηγετικό στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, υπήρξε από τις πιο ολοκληρωμένες προσωπικότητες του επαναστατικού κινήματος. Θα μπορούσαν να ειπωθούν γι’ αυτόν όσα είπε δεκαπέντε χρόνια αργότερα ο Φιντέλ Κάστρο για τον Τσε: «Αν θέλουμε να περιγράψουμε πώς θα θέλαμε να είναι οι άνθρωποι των μελλοντικών γενιών, πρέπει να πούμε: να είναι σαν τον Τσε!». Αν θέλουμε ένα πρότυπο ανθρώπου που δεν ανήκει σε αυτούς τους καιρούς αλλά στο μέλλον, θα λέγαμε ότι πρέπει να είναι σαν τον Μπελογιάννη.
Ενα μικρό σχετικό δείγμα σταχυολογώ από το βιβλίο του Κοντιάδη, βασισμένο στην ιστορική καταγραφή. «Στα αυτοσχέδια μαθήματα που οργάνωναν μέσα στη φυλακή ο Μπελογιάννης είχε πει μια μέρα στους συγκρατούμενούς του ότι είναι τρία τα συστατικά που πρέπει να έχει η ζωή – το μεγάλο, το ωραίο και το συγκλονιστικό. Το μεγάλο είναι να βρίσκεσαι μέσα στην πάλη για μια καλύτερη ζωή. Οποιος δεν το κάνει αυτό σέρνεται πίσω από τη ζωή. Το ωραίο είναι καθετί που ομορφαίνει τη ζωή – η μουσική, τα λουλούδια, η ποίηση. Το συγκλονιστικό είναι η αγάπη».
γράφει ο Δημήτρης Καλτσώνης,
Documento 20.12.2022
Άνθρωποι και Ιστορία στο φως και τη σκιά της Ουτοπίας
του Στέφανου Δημητρίου στο περιοδικό Αναγνώστης
(...) Ο Ξενοφών Κοντιάδης, λοιπόν, επιχειρεί – και νομίζω ότι το καταφέρνει – όχι μόνο να ανασυγκροτήσει τα γεγονότα και να τα εκθέσει με ενάργεια στον αναγνώστη, ιδίως σε όποιον δεν τα γνωρίζει, αλλά και να ανατάμει σημαντικές πλευρές των παραμέτρων που οδήγησαν σε αυτά. Ο συγγραφέας δεν εκφωνεί ιδεολογικό λόγο. Ενώ, δηλαδή, είναι εμφανής η θέση του ως προς τα γεγονότα και τους ανθρώπους, η σαφής αξιακή στάση του δεν χειραγωγεί τον αναγνώστη, δεν προκαταλαμβάνει την κρίση του ούτε και αποτελεί αφετηρία, για να αχθεί στον ιεροκηρυγματικό, φρονηματικό λόγο. Ο τρόπος, με τον οποίο ανασυγκροτεί και περιγράφει τα γεγονότα και τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα, είναι μία σύνθεση εκφραστικής λεπτότητας, περιγραφικής ακρίβειας και, το κυριότερο, – κατά τη γνώμη μου – στοχαστικότητας, όχι ως προς τη διατύπωση αντίστοιχων κρίσεων, αλλά ως προς την αίσθηση που αφήνει η διήγηση, όταν ανασυστήνει με μετριοπάθεια τα γεγονότα. Ίσως αυτό να είναι και το σημαντικότερο πλεονέκτημα αυτού του βιβλίου: η στοχαστική, μετριοπαθής προσέγγιση και επεξεργασία των γεγονότων, η οποία αποτυπώνεται και στη γραφή του συγγραφέα, όταν τα περιγράφει και προσπαθεί να βρει τις προϋποθέσεις τους. Αυτή η στοχαστικότητα, όμως, η οποία φαίνεται κυρίως στον ρυθμό της γραφής, δίνει τη μεγάλη ελευθερία στον αναγνώστη να τα στοχαστεί και ο ίδιος, με τον δικό του διαφορετικό τρόπο, χωρίς όμως αυτό να δυσχεράνει την ανάγνωση των γεγονότων, διότι η γραφή του συγγραφέα είναι η ίδια τόσο πειθαρχημένα ελεύθερη, ώστε να εξασφαλίζει αντίστοιχη ερμηνευτική ελευθερία στον αναγνώστη.
Ο στέρεος λόγος του Ξενοφώντα Κοντιάδη, καθώς και η αφηγηματική του ικανότητα, επαναφέρουν κάτι παλιότερο και λησμονημένο ως προς τα διηγούμενα γεγονότα και τον ρόλο των εμπλεκομένων προσώπων: η μνήμη, σε ό, τι αφορά όλα αυτά, είχε αποκτήσει και ηθική σημασία (...)
Διαβάστε όλη την παρουσίαση εδώ
γράφει ο Σ. Δημητρίου, anagnostis.gr
Σχολιασμός του καθηγητή Αντώνη Λιάκου για το βιβλίο
"Ο Ξενοφών Κοντιάδης είναι γνωστός ως ένας σοβαρός νομικός και προοδευτικός συνταγματολόγος. Δεν είχα φανταστεί όμως ότι είναι και δυνατή λογοτεχνική πένα. Μόλις διάβασα το βιβλίο του «Η τρέλα ν’ αλλάξουν τον κόσμο», εκδ. Τόπος, 2022. Αναφέρεται στη δίκη Μπελογιάννη και στα της δίκης, στον αστικό περίγυρο, στις μεθοδεύσεις, σε εκείνο που συνοπτικά θα ονομάζαμε ως αμείλικτη τιμωρία των παιδιών της αθηναϊκής αστικής τάξης που φλερτάρισαν και αναμίχτηκαν πρώτα με το ΕΑΜ και στη συνέχεια με το ΚΚΕ στον εμφύλιο. Άλλωστε κεντρικότερος ήρωας από τον Μπελογιάννη και την Έλλη Παππά είναι ο Δημήτριος Μπάτσης, ο εκδότης του περιοδικού Ανταίος και συγγραφέας του τόμου «Η Βαριά Βιομηχανία στην Ελλάδα» 1947, γιος φιλοβασιλικού ναυάρχου. Αλλά δεν είναι τόσο η υπόθεση όσο η μέθοδος. Το βιβλίο αποτελείται από μικρές αυτοτελείς ιστορίες, με τη λογοτεχνική αναπαράσταση των εικόνων και των επεισοδίων που επιτρέπει η ενδελεχής έρευνα των ιστορικών λεπτομερειών. Θυμίζει πάρα πολύ τον Eric Vuillard, και τα βιβλία του «H Ημερήσια Διάταξη» (που αναφέρεται στους αστούς και τους Ναζί το 1933), η «14η Ιουλίου (1789)» μια λεπτομερής ανασυγκρότηση της κατάληψης της Βαστίλης, και «Ο πόλεμος των Φτωχών» στη Μεταρρύθμιση το 1524 (όλα σε ελληνική μετάφραση από τις εκδόσεις Πόλις). Ο Vuillard αποδίδει την ιστορία λογοτεχνικά, δίνοντας λεπτομερειακές εικόνες κομβικών γεγονότων. Το ίδιο κάνει και ο Κοντιάδης. Η εγώ τουλάχιστον διαβαζοντας το βιβλίο του αυτή την αίσθηση είχα και γι αυτό μου άρεσε. Είναι αλήθεια ότι η προδιάθεση φάνηκε στο βιβλίο του «Η περιπετειώδης ιστορία των επαναστατικών Συνταγμάτων του 1821. Η θεμελιωτική στιγμή της ελληνικής πολιτείας», Καστανιώτης 2021. Ήταν μια ωραία και λογοτεχνική παρουσίαση της συνέλευσης της Επιδαύρου και του πρώτου ελληνικού συντάγματος. Το χάρισα μάλιστα σε κάποιον που ενδιαφέρεται μεν για την ιστορία, ο μόνος χρόνος που μπορεί να της αφιερώσει όμως είναι στο αεροδρόμιο και στο αεροπλάνο. Σε τούτο το βιβλίο όμως ανοίγεται τολμηρά σε αυτό το είδος γραφής ανάμεσα στην ιστορία και στη λογοτεχνία, κάτι που δεν είναι ούτε το κλασικό ιστορικό μυθιστόρημα, ούτε το καινούργιο ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά ένα πράγματι καινούργιο είδος όπου στη λογοτεχνία μπαίνει η κινηματογραφική αφήγηση και η ιστορική αναπαράσταση με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια.
Δεν τον γνωρίζω τον άνθρωπο από κοντά και γι αυτό το ξάφνιασμά μου ήταν μεγαλύτερο. Αξίζει να διαβαστεί. Τώρα τί θέλει να πει ο Κοντιάδης και γιατί επιλέγει να γράψει για το ζήτημα αυτό -αρκετά μακριά από τα νομικά του ενδιαφέροντα- είναι ζήτημα άλλης συζήτησης, όχι δευτερεύουσας. Στο κατω-κάτω με αυτό τον τρόπο γραφής μπορεί να πει όσα ένας κλασικός ιστορικός θα δίσταζε. Πάντως μια και μπήκε στον δρόμο αυτό, επωφελές για όλους μας θα είναι να τον συνεχίσει".
Ζωές που διασταυρώνονται με μυθιστορηματικό με «πυρήνα» την υπόθεση Μπελογιάννη
γράφει ο Κώστας Μπαλαχούτης, ogdoo.gr
(...) Ο Ξενοφών Κοντιάδης διακεκριμένος νομικός, συνταγματολόγος και καθηγητής πανεπιστημίου παντρεύει μαστόρικα την ιστορία με τη μυθοπλασία. Και η πρώτη παρουσιάζεται όσο πιο αντικειμενικά γίνεται και πιστή στα γεγονότα και η δεύτερη σε κεντρίζει και διατηρεί στα κόκκινα το ενδιαφέρον σου.
Δεν παθιάζεται με τους ήρωες του και τις πράξεις τους, στέκεται σαν φακός που φωτίζει τις σκέψεις και τα βήματά τους, όχι όμως απόμακρος, αλλά διακριτικά ζεστός και πρακτικά, στο ξετύλιγμα της ιστορίας του, ουσιαστικός.Διάβαζα το βιβλίο και μπροστά μου έτρεχαν σκηνές απ’ την περίφημη ταινία «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο» του Νίκου Τζίμα.
Βέβαια, πρωταγωνιστής του βιβλίου, αν μπορεί κάποιος να χαρακτηρίσει έτσι τον… πρωτεύοντα από τα πολλά πρόσωπα του «Η τρέλα ν’ αλλάξουν τον κόσμο», δεν είναι ο Μπελογιάννης, αλλά ο Δημήτρης Μπάτσης, που επίσης είχε την ίδια κατάληξη με τον συνοδοιπόρο του, με τον οποίον μάλλον έχουν περισσότερες «διαφορές» παρά ομοιότητες. Αστός διανοούμενος, γιος φιλοβασιλικού ναυάρχου, εκδότης του περιοδικού Ανταίος και δημιουργός του πρωτοποριακού βιβλίου «Η βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα» στρατεύεται στο ΚΚΕ… για να αλλάξει τον κόσμο αλλά ο έρωτας θα τον αναγκάσει να δει… τα πράγματα και με άλλη ματιά. Ίσως περισσότερο γήινη και ρεαλιστική.
Το κόμμα είναι παράνομο, η ηγεσία και οι ηγέτες του τραμπαλίζονται, καιροσκοπισμοί και λάθη οργιάζουν αδιαφορώντας για ανθρώπινες ζωές που χάνονται αβέρτα… συχνά άστοχα και άσκοπα. Ο Μπάτσης μπλεγμένος στα γρανάζια της Ασφάλειας, απ’ τη μια θα βρεθεί προδότης της τάξης του κι απ’ την άλλη των συναγωνιστών του. «Καθένας αντιλαμβάνεται με τον δικό του τρόπο την αξιοπρέπεια. Εγώ όση μπορούσα να θυσιάσω την έδωσα. Όση μου έμεινε θα την κρατήσω για την στιγμή του θανάτου μου...» είναι τα λόγια του.
Ο Κοντιάδης αντικρύζει με σεβασμό και σοβαρότητα τα πρόσωπά που «εμπλέκει». Μεταφέρει αυτούσια τοποθετήσεις τους αλλά την ίδια ώρα κάνει και τις δικές του υπερβάσεις στο στήσιμο των ρόλων και των χαρακτήρων τους.
Και ταυτόχρονα, με τις ίδιες αρετές, προβαίνει και σε ιστορικές αλήθειες, για τις καλές και κακές στιγμές της Αριστερής ηγεσίας, σε ζόρικα βέβαια και ταραγμένα χρόνια, όταν χτυπούνταν αλύπητα απ’ το Αμερικανοκρατούμενο ελληνικό… κράτος.
Παρά τις «αλυσίδες» και την απροκάλυπτα ωμή βία του τελευταίου, όλοι αντιλαμβανόμαστε ξανά, πως και η αποχή από τις εκλογές ήταν λάθος και ο Εμφύλιος. Τα δίκια θα έπρεπε να διεκδικηθούν αλλιώς. Ίσως τότε το άφθονα άδικα χυμένο αίμα να έπιανε τόπο. Είναι εύκολο όμως να διατυπώνεις κρίσεις όταν είσαι έξω απ’ τη φωτιά…
(...) ο Κοντιάδης χτίζει με αδρές ελκυστικές γραμμές το χωροχρόνο στον οποίο κινούνται οι ήρωές του και εκτυλίσσονται τα γεγονότα. Αυτά που περιγράφει… κυριολεκτικά τα βλέπεις, τα ψηλαφίζεις. Μπαίνεις κι εσύ στο «πατάρι του Λουμίδη» αλλά και στα κελιά και τα κρατητήρια. Κκλοφορείς στους δρόμους και τις συνοικίες της Αθήνας των αρχών του ’50, ταξιδεύεις στην Αίγινα των ίδιων καιρών, αγναντεύεις το γαλάζιο του Σαρωνικού και όχι μόνο.
Το βιβλίο διαβάζεται μονοκοπανιά. Αν δεν έχεις χρόνο, σταματήσεις και το αφήσεις για μετά… το μετά, ο απόηχος του στου τριβελίζει το μυαλό, σε προκαλεί να γυρίσεις ξανά στις σελίδες του.
Διαβάστε όλοκληρη την παρουσίαση εδώ
Γράφει ο Κώστας Μπαλαχούτης, ogdoo.gr
Μυθιστορηματική και συναισθηματική προσέγγιση του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του
Γράφει ο Γ. Σιακαντάρης Bookspress.gr
Τι άνθρωποι ήταν αυτοί που μετά την ήττα του ΚΚΕ και του Δημοκρατικού Στρατού εξακολουθούσαν να μάχονται για τις ιδέες τους, αντί να «βολευτούν» στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού», όπου αρχικά είχαν καταφύγει; Ήταν τρελοί που ήθελαν ν’ αλλάξουν ένα κόσμο που είχαν ήδη συγκροτήσει οι ισχυροί; Μπορεί το όραμα γι’ έναν καλύτερο κόσμο να γίνει τρέλα; Ή μάλλον, μπορεί να αποφύγει ένα τέτοιο όραμα να γίνει τρέλα;
Ένα μη μυθοπλαστικό μυθιστόρημα
Ο καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου Ξενοφών Κοντιάδης αναλαμβάνει ν’ απαντήσει σ’ αυτά τα ερωτήματα, χρησιμοποιώντας ένα άλλο μέσο απ’ αυτό που ξέραμε πως ο ίδιος χρησιμοποιεί στον δημόσιο λόγο του, τα δοκίμια και τα επιστημονικά βιβλία στα οποία μας έχει συνηθίσει. Γράφει ένα μη μυθοπλαστικό μυθιστόρημα, στο οποίο χρησιμοποιεί πολύ καλά τις πλούσιες ιστορικές πηγές που αναφέρονται στο τέλος του βιβλίου, σέβεται τα πρόσωπα της τραγωδίας και από τις δυο πλευρές, εικονογραφεί με γλαφυρή γραφή την τραγικότητα της εποχής, τα αδιέξοδα των ηρώων του, τις συνομιλίες στις οποίες προδίδονται αμφιβολίες για τα μέσα, όχι όμως και για τους σκοπούς τους, περιγράφει τον τρόπο που ο Μπάτσης και ο Μπελογιάννης αγαπούσαν τις συντρόφους τους ως ισότιμα άτομα με αυτούς, την αγωνία τους να γλυτώσουν αλλά και τη μη παράδοσή τους στη μοιρολατρία και στη μικροψυχία. Εκτός των μεγάλων στιγμών, όμως, αναδεικνύει και τις μικρότητες –δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς αυτές– των πρωταγωνιστών του.
Πιστεύω πως αυτό το μυθιστόρημα αποτελεί απάντηση τόσο στην καπηλεία του αγώνα του Νίκου Μπελογιάννη από το ΚΚΕ όσο και σ’ όλους αυτούς τους νεοαντιδραστικούς που αγανακτούν όταν ακούγεται καλός λόγος γι’ ανθρώπους που πολέμησαν τότε στο πλευρό του Δημοκρατικού Στρατού, οι οποίοι εμφανίζουν ανθρώπους σαν τον Μπελογιάννη ως «εχθρούς» της δημοκρατίας. Κρίνουν δηλαδή μια εντελώς διαφορετική εποχή, που οι άνθρωποι είχαν άλλα βιώματα και αντιλήψεις, με τα κριτήρια του σήμερα. Είναι σαν αυτούς που τάσσονται γενικά και αόριστα κατά της βίας, ξεχνώντας πως χωρίς αυτήν η ανθρωπότητα δεν θα είχε περάσει από την προνεοτερικότητα στην νεοτερικότητα, από τον σκοταδισμό στον Διαφωτισμό, από τις μοναρχίες στις Δημοκρατίες. Ακόμα θα ζούσαμε στην εποχή της δουλείας και της αποικιοκρατίας. Αυτοί ερμηνεύουν το χθες με τα κριτήρια του σήμερα και κατηγορούν τους πρωταγωνιστές του Εμφυλίου με κριτήριο το πώς αντιλαμβανόμαστε σήμερα την αστική φιλελεύθερη δημοκρατία.
Διαβάστε τη συνέχεια εδώ
Γ. Σιακαντάρης, bookpess.gr (28.05.2023)
Συνέντευξη στην Ντίνα Δασκαλοπούλου για την Εφημ. των Συντακτών
«Τρέλα θα ήταν να μην υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν ν’ αλλάξουν έναν κόσμο ζόφου»
Το όνομά του μοιραία χανόταν δίπλα στην αχλή του ανθρώπου με το γαρίφαλο - κι όχι μονάχα γιατί ο Μπελογιάννης ήταν ο άγιος των αγίων στο συναξάρι της Αριστεράς, αλλά και γιατί ετούτος ο αντιήρωας που στάθηκε δίπλα στον άνθρωπο με το γαρίφαλο στο εκτελεστικό απόσπασμα, σε μια εποχή που ήθελε όλους τους αγωνιστές ανθρώπους από σίδερο, έλιωσε στο καμίνι του έρωτα, για τα μάτια μιας μοιραίας γυναίκας έκανε πίσω στον αγώνα του, πρόδωσε τον εαυτό του και τις αρχές του, εξευτελίστηκε στο στρατοδικείο - παρ’ όλα αυτά, δεν γλίτωσε την εκτέλεση. Δεν ήταν η πρώτη προδοσία που διέπραξε ο Δημήτρης Μπάτσης: είχε προδώσει την ίδια του την τάξη πρωταρχικά αυτός ο υιός ναυάρχου, ο αστός, ο λαμπρός επιστήμονας, ο διεισδυτικός οικονομολόγος, ο σύζυγος και πατέρας που εντάχτηκε στον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ για να αλλάξει τον κόσμο.
Αυτήν τη βαθιά ανθρώπινη -και γι’ αυτό τραγική- φιγούρα φωτίζει κυρίως στο καινούργιο βιβλίο του ο Ξενοφών Κοντιάδης. Ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Κοινωνικής Διοίκησης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου – Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, που μας έχει συνηθίσει σε καίριες πολιτικές παρεμβάσεις, αφήνει την επιστημονική γραφή για λίγο πίσω και περνά στον χώρο της λογοτεχνίας.
Στις σελίδες του βιβλίου του «Η τρέλα να αλλάξουν τον κόσμο» (εκδόσεις Τόπος) ζωντανεύουν μερικές από τις πιο ζοφερές στιγμές της Ιστορίας του 20ού αιώνα, ενώ μας παίρνει από το χέρι για να βρεθούμε στο υπουργικό συμβούλιο του Πλαστήρα, στα άδυτα των μυστικών υπηρεσιών, στα υπόγεια του κράτους και του παρακράτους, στα αστικά σαλόνια, στις γιάφκες των αριστερών διανοούμενων, στο πατάρι του Λουμίδη, στο κρησφύγετο του Βαβούδη, στη δίκη των ασυρμάτων, στα κελιά και τα κρατητήρια, καταλήγοντας στο θυσιαστήριο, δηλαδή «στον συνήθη τόπο των εκτελέσεων». Αυτό το πολιτικό νουάρ, που διαβάζεται απνευστί, είναι ωστόσο κάτι πολύ παραπάνω από ένα μυθιστορηματικό αφήγημα το οποίο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα - σε αυτούς τους σκοτεινούς καιρούς είναι μια πρόσκληση για αναστοχασμό και ένα καύσιμο στην υπαρξιακή συζήτηση που η Αριστερά έχει ήδη ανοίξει.
Για πρώτη φορά στην πολυγραφότατη διαδρομή σας εγκαταλείπετε τον επιστημονικό λόγο για να στραφείτε στη λογοτεχνία. Επιλέγετε μια σκληρή εποχή στην οποία εκτυλίσσεται το βιβλίο σας. Γιατί λογοτεχνία λοιπόν; Και γιατί μετεμφυλιακή Ελλάδα;
Στο ερώτημά σας γιατί λογοτεχνία απαντώ με μία φράση που έβαλα στο στόμα του Μπελογιάννη: «Η θεωρητική ανάλυση δεν αρκεί για να κατανοήσουμε την κοινωνική πραγματικότητα, ιδίως για να την εξηγήσουμε στους ανθρώπους. Χρειάζεται το λογοτεχνικό έργο, που φωτίζει έναν μικρόκοσμο, για να φανεί η αλήθεια των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων. Τα σκοτάδια της πραγματικότητας που ζούμε μόνο η λογοτεχνία μπορεί να τα φέρει στο φως, με έναν τρόπο που οι κοινωνικές επιστήμες δεν καταφέρνουν». Οσο για την ιστορική περίοδο, όσα σημάδεψαν τη μετεμφυλιακή εποχή αποτελούν ένα συλλογικό τραύμα που υποδόρια συνεχίζει να διατρέχει την ελληνική κοινωνία.
Διαβάστε τη συνέχεια εδώ
Ν. Δασκαλοπούλου, Εφημ. Συντακτών (01.07.2023)
Διαβάστε εδώ μια συνέντευξη του συγγραφέα στον Βασίλη Σκουρή για το iEidiseis.
Ακούστε εδώ μια συζήτηση του συγραφέα με τον Θ. Λαζαρίδη , Έρθεν η ώρα μας (Στο Κόκκινο, 14.01.2023).
O Ξενοφών Κοντιάδης συνομιλεί για το βιβλίο του "Η τρέλα ν’ αλλάξουν τον κόσμο" με τη Λίνα Νικολακοπούλου και την Αλεξάνδρα Χρηστακάκη. Στην εκπομπή "Με τα πόδια μέχρι την αλήθεια", στο Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ. Ακούστε τη συνέντευξη εδώ (26.02.2023).
|