ΚΩΔΙΚΟΣ ΕΥΔΟΞΟΥ: 143555346
1η έκδοση: Μάρτιος 2025
Εξώφυλλο & Δελτίο τύπου
Το θύµα είναι ο ήρωας του καιρού µας. Το να είσαι θύµα προσδίδει γόητρο, επιβάλλει ακρόαση, υπόσχεται και προωθεί την αναγνώριση, ενεργοποιεί έναν ισχυρό µηχανισµό ταυτότητας, δικαιωµάτων, αυτοεκτίµησης. Ανοσοποιεί έναντι κάθε κριτικής, εγγυάται αθωότητα πέραν οποιασδήποτε εύλογης αµφιβολίας.
Πώς θα µπορούσε το θύµα να είναι ένοχο, και µάλιστα υπεύθυνο για κάτι; ∆εν έκανε, του έκαναν. Δεν πράττει, υφίσταται. Στο θύµα συναρθρώνονται έλλειψη και διεκδίκηση, αδυναµία και αξίωση, επιθυµία να έχει και επιθυµία να είναι. Δεν είµαστε αυτό που κάνουµε, αλλά αυτό που υποστήκαµε, αυτό που µπορεί να χάσουµε, αυτό που µας αφαίρεσαν.
Εντούτοις ήρθε η ώρα να υπερβούµε αυτό το παραλυτικό παράδειγµα και να ξανασχεδιάσουµε τους όρους της δράσης του υποκειµένου στον κόσµο: ενός υποκειµένου που να είναι εγγυητής του µέλλοντος, όχι του παρελθόντος.
Διαβάστε εδώ τα περιεχόμενα και εδώ ένα ενδεικτικό κεφάλαιο του βιβλίου.
***
Διαβάστε εδώ την προδημοσίευση του βιβλίου στο dnews (11/03/2025).
Κριτική του θύματος γράφει ο Χ. Λάσκος για την Εφημερίδα Των Συντακτών
Η λογοδιάρροια του ανθρωπιστικού αφηγήματος αυξάνεται ανάλογα με τη σιωπή των επιζώντων.
Didier Fassin
O αστικός ανθρωπισμός υπήρξε εξ αρχής πρόσχημα. Η «αγάπη για τον άνθρωπο» ήταν πάντοτε «αγάπη» για εκείνον τον άνθρωπο που δεχόταν να γίνει το αντικείμενό της. Τον πονεμένο δηλαδή άνθρωπο ο οποίος δεν είχε πρόθεση να διεκδικήσει πράγματα –πολύ περισσότερο να τα διεκδικήσει μαχητικά. Η φιλανθρωπία υπήρξε πάντοτε «νοιάξιμο» για το θύμα, το άτομο, που δεν διεκδικεί, αλλά δέχεται. Το άτομο που θεωρεί πως του χρωστούν ακριβώς επειδή είναι θύμα –και το θύμα έχει πάντα ένα ορισμένο δίκιο.
Η πρωτοχριστιανική φιλανθρωπία σήμαινε εγκατάλειψη της περιουσίας και στήριξη των κοινών –οι σημερινοί κάλπηδες φιλάνθρωποι είναι ντοπαρισμένοι στον κτητικό ατομικισμό. Από τους hi tech καπιταλιστές μέχρι τα εκκλησιαστικά παγόνια, τους nouveaux philosophes παντός καιρού και τους ροκ σταρ που κάνουν συναυλίες υποστήριξης των φτωχών, δηλαδή της φτώχειας –μεταξύ πολλών άλλων ο philanthrocapitalism κάνει καλή δουλειά για την κατάργηση κάθε έννοιας συλλογικής προστασίας και δημόσιας προνοιακής πολιτικής. Πάντα με την κατάλληλη στήριξη των φορολογικών απαλλαγών.
Ο Giglioli όμως ενδιαφέρεται περισσότερο για τον παθητικό πόλο αυτής της σχέσης. Επιτίθεται ιδίως στο θύμα, στην αποδοχή της θυματοποίησής του και στην επιχείρηση «εκμετάλλευσης» αυτής της συνθήκης, στο όνομα του ελέους που δικαιούται. Υποστηρίζει εν πολλοίς ότι η αποδοχή της θυματικής ιδιότητας είναι από τις πιο αποτελεσματικές ιδεολογικές επιτελέσεις προς όφελος του καπιταλιστικού φαντασιακού και της υλικής του βάσης.
Να πώς το θέτει προγραμματικά από την πρώτη παράγραφο του βιβλίου. «Το θύμα είναι ο ήρωας του καιρού μας. Το να είσαι θύμα (σου) προσφέρει γόητρο, επιβάλλει στους άλλους να σε ακούσουν, υπόσχεται και προωθεί την αναγνώριση, ενεργοποιεί ένα ισχυρό κύκλωμα ταυτότητας, δικαιώματος, αυτοεκτίμησης. Ανοσοποιεί από κάθε κριτική, εγγυάται αθωότητα από κάθε εύλογη αμφιβολία. Πώς θα μπορούσε το θύμα να είναι ένοχο, και μάλιστα υπεύθυνο για κάτι; Δεν έκανε κάτι, του έκαναν. Δεν διαπράττει, υφίσταται. […] Δεν είμαστε ότι κάνουμε, αλλά ό,τι έχουμε υποστεί, ό,τι ενδέχεται να χάσουμε, ό,τι μας αφαίρεσαν.
Παλινωδία της νεωτερικότητας, με όλα τα επίμοχθα προστάγματά της: προχώρα όρθιος, βγες από την κατάσταση ανωριμότητας στην οποία βρίσκεσαι. Απεναντίας [τώρα] ισχύει το αντίθετο μότο: η ανωριμότητα, η παθητικότητα, η ανικανότητα αποτελούν αγαθά, και τόσο το χειρότερο για όποιον ενεργεί. Αν το κριτήριο που διακρίνει το δίκαιο από το άδικο είναι απαραιτήτως αμφίσημο, τότε όποιος παίρνει το μέρος του θύματος δεν σφάλλει ποτέ. Σε μια εποχή που όλες οι ταυτότητες διέρχονται κρίση, ή είναι έκδηλα πλασματικές, το να είσαι θύμα συντελεί στην επέκταση του εαυτού, προσδίδει ένα επιπλέον πλεονέκτημα».
Σήμερα όλοι εμφανίζονται σαν να είναι θύματα. Σε μια εποχή που τα πραγματικά θύματα είναι αμέτρητα, τα φανταστικά είναι ακόμα περισσότερα. Ενδυόμενα την κατάσταση του θύματος, τα μεγαλύτερα καθάρματα επιχειρούν να τη βγάλουν καθαρή. Γιατί το θύμα δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο για τίποτε, δεν οφείλει να λογοδοτήσει για τίποτε, δεν είναι υποχρεωμένο να δικαιολογηθεί. Το όνειρο της κάθε εξουσίας. (...)
Διαβάστε τη συνέχεια εδώ
γράφει ο Χ. Λάσκος, Εφ. Συντακτών (17/05/2025)
Γράφει ο Σπύρος Κακουριώτης για τον Αναγνώστη
20 σημαντικά δοκίμια για τις φωτεινές και κυρίως τις σκοτεινές πλευρές
του παρελθόντος και του μέλλοντος μας
«Η θυματική ιδεολογία συνιστά σήμερα την πρωταρχική μεταμφίεση του λόγου των ισχυρών» σημειώνει αφοριστικά, από την αρχή του μαχητικού δοκιμίου του, ο ιταλός συγγραφέας και καθηγητής Συγκριτικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τρέντο. Στη μετανεωτερική και μεταψυχροπολεμική εποχή το θύμα, ο μάρτυρας, έχει μεταβληθεί σε κατεξοχήν ιστορικό υποκείμενο, ένα υποκείμενο, όμως, του οποίου το πάθος έχει αποσυνδεθεί ριζικά από το πράττειν, καθώς πάνω του έχει εγχαραχθεί το στίγμα της αδυναμίας και, συνεπώς, η απαλλαγή από κάθε ευθύνη. Έτσι, η πάσχουσα υποκειμενικότητα μετατρέπεται σε αληθινό πρωταγωνιστή του παρελθόντος, με το οποίο διαμορφώνει μια σχέση ιδιοκτησιακή (πρόκειται για το δικό της παρελθόν), με επίκεντρό της τη φιγούρα του μάρτυρα. Στο ίδιο πλαίσιο, η ανάδυση της μνήμης επιδιώκει να παραμερίσει την ιστορία, υποστασιοποιώντας τα γεγονότα του παρελθόντος σε αξίες, αντί να τα ερμηνεύει. Η κυριαρχία της ιδεολογίας του θύματος αποστερεί τα υποκείμενά της από την εμπρόθετη κοινωνική δράση, τοποθετώντας στο κέντρο του δημόσιου βίου τη δικαστική λογική. Ο συγγραφέας επισημαίνει τη συνακόλουθη κυριαρχία των «ανθρωπιστικών» αντιλήψεων και μηχανισμών, μέσω των οποίων θυματοποιούνται ολόκληροι πληθυσμοί, από τους οποίους στερείται η υποκειμενικότητα και κάθε άλλο δικαίωμα, εκτός από εκείνο της αρωγής. Η κυριαρχία της αντίληψης αυτής, υπογραμμίζει, αποτέλεσε την πηγή νομιμοποίησης όλων σχεδόν των μεταψυχροπολεμικών πολέμων.
Η ιδεολογία του θύματος επεκτείνεται και στην ανάγνωση του παρελθόντος, με την τάση αντιμετώπισης του 20ού αιώνα και των κοινωνικών αγώνων που τον χαρακτήρισαν σαν ένα λουτρό αίματος δίχως τέλος, σαν ένα «σφαγείο», όπου η κοινωνική πρόοδος που κερδήθηκε παραγνωρίζεται, αφήνοντας πίσω της μια ιστοριογραφία προσηλωμένη στα πτώματα – και την καταμέτρησή τους… Η μυθολογία του θύματος, την οποία συνδέει στενά με τη σύγχρονη «πολιτική των ταυτοτήτων», αποτελεί, επισημαίνει ο συγγραφέας, μια απάντηση στο τέλος των «μεγάλων αφηγημάτων» της χειραφέτησης, η οποία ενσωματώνει την ήττα. Το δοκίμιο απέδωσε στα ελληνικά ο Παναγιώτης Τσιαμούρας.
Δείτε το άρθρο εδώ
Σ. Κακουριώτης, Αναγνώστης (17/06/205)
Γράφει η Κωστούλα Μάκη για την Εποχή
Πολιτικές χρήσεις της έννοιας του θύματος
Θυματοποίηση και προπαγάνδα
Ο συγγραφέας περιγράφει την επικράτηση ενός παθιασμένου μοτίβου, «όπου το αισθάνεσθαι αποσυνδέεται ριζικά από το πράττειν» (σ. 16) και αφιερώνει το βιβλίο του «στα θύματα που δεν θέλουν πια να είναι θύματα» (σ.17). Το κριτικό σχήμα του Φουκό και η κομβική σημασία της κριτικής ενεργοποιεί εκ νέου στο βιβλίο την πολιτική ευθύνη σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
Τα μοτίβα της θυματοποίησης εδραιώνονται και επανέρχονται με διάφορες τεχνικές. Η ιδιότυπη προσάρτηση της μνήμης στην ιστορία οδηγεί σε δημόσιους εορτασμούς και στην προώθηση ενός μαρτυρολογίου στηριγμένο σε προσωπικές αντωνυμίες. Σε αυτές το παρόν υπάρχει μόνο στα παρελθοντικά πένθη της απώλειας. Επιπλέον συχνά η διάκριση ισχυρών-αδύνατων σηματοδοτείται και ορίζεται με επικλήσεις σε έναν μη πολιτικό επιδερμικό ανθρωπισμό με συχνές οριενταλιστικές αναφορές στην προοδευτική Δύση και τον υπανάπτυκτο κόσμο. Η κιτς αισθητικοποίηση στοχεύει σε συγκινησιακές αντιδράσεις που θα εγκρίνουν κατασταλτικές πολιτικές και πολέμους στους οποίους τα ισχυρά έθνη κράτη θα λειτουργήσουν ως μεσσίες και διαμεσολαβητές της δημοκρατίας σε αυταρχικά καθεστώτα. Ας σημειωθεί εδώ πως το αφήγημα αυτό αποκτά συνοχή μόνο για όσο τα θύματα που πρέπει να βοηθηθούν στερούνται την εξουσία. Η λογική του θύματος έθνους-κράτους που βάλλεται από παντού εμφανίζεται επανειλημμένα στους προπαγανδιστικούς λόγους του πολέμου στην Ουκρανία. Αντίστοιχα, σε αυτές τις μονομερείς οπτικές η Ρωσία και ο πολιτισμός της, σε όλες τις ιστορικές διαδρομές του, δαιμονοποιείται.
Ο Τζιλιόλι επισημαίνει επίσης εύστοχα ότι οι τεχνικές θυματοποίησης σε κάθε τύπου προπαγάνδα είναι εύκολος τρόπος να ακυρωθούν τα επαναστατικά κινήματα και οι χειραφετητικοί αγώνες που έχουν δοθεί. Αυτό που προτάσσεται ως αληθινό «ήταν μόνο το αίμα που χύθηκε, και ο ανώφελος πόνος των θυμάτων» (σ. 28). Μια δημοκρατία του πόνου, όπως έχει γράψει ο Τζιοβάνι Ντε Λούνα [Giovanni De Luna]. Κι επειδή η έννοια του λαού είναι τελικά ένα κενό σημαίνον που χρησιμοποιείται κατά το δοκούν, η εδραίωση του λαϊκισμού αναπαράγει τη θεματική «θύτη-θύματος» από τη στιγμή που αναζητά μόνιμα εχθρούς και επιθυμεί να οικειοποιηθεί εκ νέου τη θέση του θύματος που απειλείται.
Ιδεολογία του θύματος
Τέτοιου τύπου θανατολαγνικές κατασκευές του θύματος εμφανίζονται ακόμα και σε νεοτερικές φιλοσοφικές διερευνήσεις για τη γνώση και την ηθική. Φιλόσοφοι όπως ο Ντεριντά συνδέουν τη μάθηση της ζωής διά του θανάτου, προτάσσοντας μια ετεροδιδακτική στο ενδιάμεσο ζωής και θανάτου. Ο «άλλος» συνδέεται με τον θάνατο που οδηγεί στη σοφία. Αυτή η σοφία γίνεται το πιο απαραίτητο εφόδιο και σχηματοποιεί την έννοια της ηθικής. Ο συγγραφέας, ακολουθώντας τη συλλογιστική του Ρενέ Ζιράρ, υπογραμμίζει τη μόνιμη κινητοποίηση του «αθώου θύματος»: «η αρχή της υπεράσπισης των θυμάτων κατέστη το νέο απόλυτο. Κανείς δεν τη θέτει υπό αμφισβήτηση, δεν χρειάζεται ούτε να τη μνημονεύσουμε, τη θεωρούμε δεδομένη» (σ. 51). Συγκροτείται λοιπόν μια διάχυτη «οντολογία της αδυναμίας» (σ. 57), η οποία εμπλουτίζεται ποικιλοτρόπως από διαφορετικές κατασκευές θυμάτων, αν και πρόκειται για μια ιστορική κατάσταση πολύ πιο σύνθετη. «Ευθραυστότητα και θνητότητα υπήρχαν ανέκαθεν, η ιδεολογία του θύματος όχι» (σ. 57) συμπεραίνει ο Τζιλιόλι.
Η «κουλτούρα του θύματος» παρατηρείται επίσης σε περιπτώσεις όπου η Αριστερά χρησιμοποίησε τον «μιζεραμπιλισμό» και την κουλτούρα του αποτροπιασμού για να ανορθώσει την εργατική τάξη στη θέση του ύψιστου θύματος που ηρωικά αναζητούσε τη λύτρωση. Με άλλο πρόσημο η θυματοποίηση ως μυθολογική φαντασίωση εμφανίζεται διαρκώς στο έργο του Παζολίνι, ο οποίος επανερχόταν εξακολουθητικά στη «φυσική και άσπιλη ζωτικότητα του κόσμου του υποπρολεταριάτου» (σ. 80) που σταδιακά αφανίζονταν. Κάθε τύπου κατασκευή του θύματος σε όλες τις εκφάνσεις της δεν γίνεται όμως «να γεμίσει το κενό ενός υποκειμένου» (ατομικού ή συλλογικού θα πρόσθετα) «που δεν εκτείνεται πλέον προγραμματικά προς το μέλλον, και δεν θέλει να χαρακτηριστεί υπεύθυνο για το παρελθόν του» (σ. 62). Κάθε φορά που η ιστορία γίνεται μια απλουστευτική αναπαράσταση ενόχων και αθώων επανέρχεται μια συντηρητική γραμμικότητα, η οποία αποδυναμώνει τη συγκρότηση των υποκειμένων ως ιστορικές και πολιτικές οντότητες.
Μια άλλη κριτική ανάγνωση
Σε μια άλλη κριτική ανάγνωση διαπιστώνεται πως το κείμενο μπορεί επίσης να λειτουργήσει ως εργαλείο σύγχρονου κριτικού αναστοχασμού σχετικά με τους σύγχρονους προσανατολισμούς των φεμινιστικών κινημάτων. Ιδιαίτερα στην περίπτωση του κινήματος #metoo παρατηρείται μια εντεινόμενη ουσιοκρατική αντίληψη για τα φύλα μέσα από τη χρήση των διαχωριστικών κατηγοριών «γυναίκα-άντρας» και με την πρώτη να παρουσιάζεται απλουστευτικά ως το απόλυτο θύμα της πατριαρχικής κοινωνίας.
Στην αναζήτηση πολιτικής χειραφέτησης του ιστορικού υποκειμένου ο Τζιλιόλι δίνει συγκεκριμένο στίγμα, επιτονίζοντας ότι η κατασκευή κάθε τύπου θυματοποίησης αποδυναμώνει τη ριζοσπαστική διεκδίκηση αλλαγών, συνεισφέρει στην ενίσχυση των αυταρχικών δεξιών και ακροδεξιών καθεστώτων και αποπλαισιώνει τη διαχρονική συνεισφορά των επαναστατικών κινημάτων διαχρονικά.
Συμπερασματικά, οι λόγοι και τα ρεπερτόρια της θυματοποίησης αφαιρούν τη δύναμη των ασθενέστερων και ενισχύουν τον απολυταρχισμό που εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον κόσμο. «Να της ασκείς κριτική σημαίνει να ξαναμοιράζεις την τράπουλα» (σ. 103). Ο συγγραφέας, ασκώντας κριτική στις πολλαπλές χρήσεις και ηθικές πολυσημίες του θύματος επαναφέρει την κριτική ως συγκρουσιακή δύναμη αλλαγής και αντίστασης, επενδύοντας σε έναν χώρο πολιτικού προβληματισμού στον οποίο οι νόρμες και οι κανόνες είναι ανοιχτοί στην ενδεχομενικότητα και επομένως μπορούν να μετασχηματιστούν, να αμφισβητηθούν και να αλλάξουν.
Διαβάστε το άρθρο εδώ
Εποχή, Κ. Μάκη (06/07/25)
|